Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω
->

Ιωαννίδης Σάββας

Συγγραφή : Σαπκίδη Όλγα (25/10/2002)

Για παραπομπή: Σαπκίδη Όλγα, «Ιωαννίδης Σάββας», 2002,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=11734>

Ιωαννίδης Σάββας (20/3/2008 v.1) Ioannidis Savvas (12/3/2009 v.1) 
 

1. Βιογραφία

Ο Σάββας Ιωαννίδης μνημονεύεται, μαζί με τον Περικλή Τριανταφυλλίδη, ως ένας από τους πρώτους λογίους που επιδόθηκαν στη συλλογή ζώντων μνημείων του Πόντου. Αν και οι αναφορές στο έργο του είναι πολυάριθμες, εντούτοις λίγα γνωρίζουμε για τη ζωή και τη δράση του. Γεννήθηκε το 1829 στο Ντεμίρντεσι (Demirtaş) Προύσης και πέθανε στη Μασσαλία το καλοκαίρι του 1910. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, από το οποίο αποφοίτησε το 1857, και έπειτα δίδαξε σε σχολεία της Φιλιππούπολης (Πλόβντιφ), της Κερασούντας και, για μεγαλύτερο διάστημα, στο Φροντιστήριο Τραπεζούντας. Μετά την Τραπεζούντα πήγε στην Προύσα και στη συνέχεια διορίστηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου συνέστησε το «Μεσαιωνικό Σύλλογο». Από την αφιέρωση του βιβλίου του Ιστορία και Στατιστική της Τραπεζούντος και της περί ταύτην χώρας (1870) προκύπτει ότι ήταν παντρεμένος με την Υπατία Λασκαρίδου. Επίσης αναφέρεται1 ότι έγραψε μια «συμβολή» στην ιστορία του αγίου Θεοδώρου του Γαβρά.

2. Η Ιστορία και στατιστική της Τραπεζούντος

Κατά τη διάρκεια των σχολικών διακοπών ο Σάββας Ιωαννίδης περιόδευε πεζός σε χωριά και κωμοπόλεις της Μελιτηνής, της Σεβάστειας και της Λαζικής και συνέλεγε πληροφορίες ιστορικές, τοπογραφικές και λαογραφικές, τις οποίες ενσωμάτωσε έπειτα στην Ιστορίαν και στατιστικήν της Τραπεζούντος και της περί ταύτην χώρας. Οι προβληματισμοί του συγγραφέα, εθνικού-τοπικού χαρακτήρα, όρισαν το περιεχόμενο του πονήματος αυτού, που αποτελεί έργο ζωής. Βασικό του κίνητρο ήταν να κάνει γνωστή την ιστορία της περιοχής της Τραπεζούντας στους ίδιους τους κατοίκους της και κυρίως να αποδείξει την ελληνική καταγωγή τους. Έτσι, αφιέρωσε το πρώτο και μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου σε μια εξιστόρηση με χαρακτηριστικά ιδρυτικού μύθου, ορίζοντας ως πρώτους οικιστές της περιοχής τρεις από τους γιους του Ιάφεθ,2 για να φτάσει μέχρι τις μέρες του και να καταλήξει: «Ουδεμία δε τοιαύτη πόλις της πεφωτισμένης Ευρώπης δύναται να εγκαυχηθή και να δείξει κατά συνέχειαν τοιούτον μακρόν βίον, και τους αυτούς κατοίκους του αυτού έθνους της αυτής γλώσσης και των αυτών εθίμων, ουδ’ αυτής εξαιρουμένης της αιωνίου πόλεως της Ρώμης».3 Στο δεύτερο μέρος ο συγγραφέας καταπιάστηκε με τη «στατιστική και εθνογραφική διαίρεση» της περιοχής, όπου παρέθεσε και στοιχεία οικονομικά. Το τρίτο μέρος αφορά κυρίως τα ζώντα μνημεία και ιδιαίτερα τα μνημεία του λόγου: γλωσσικά στοιχεία για την ποντιακή διάλεκτο της Τραπεζούντας, μύθοι, παροιμίες και 27 δημοτικά άσματα ποικίλου περιεχομένου.

3. Η ανακάλυψη του χειρογράφου του Διγενή Ακρίτα

Σε μία από τις εν λόγω εκδρομές του ο Ιωαννίδης βρήκε και το περιβόητο χειρόγραφο του έπους του Διγενή Ακρίτα, που εξέδωσαν το 1875 στο Παρίσι οι Κωνσταντίνος Σάθας και Emil Legrand.4 Το 1887 ο ίδιος ο Πόντιος λόγιος εξέδωσε το έπος στο τυπογραφείο Ν.Γ. Κεφαλίδου στην Κωνσταντινούπολη με τον τίτλο Έπος μεσαιωνικόν εκ του χειρογράφου Τραπεζούντος. Βασίλειος Διγενής Ακρίτης ο Καππαδόκης. Στον πρόλογο του βιβλίου αυτού5 περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο το χειρόγραφο βρέθηκε στην κατοχή του και δίνει ορισμένες ενδείξεις ως προς τις επιπτώσεις της ανακάλυψης αυτής στο φιλολογικό κόσμο της εποχής και ιδιαίτερα στην ελληνική λαογραφία. Όντως, ο Διγενής Ακρίτας, αποσπώντας την προσοχή των ελληνιστών λογίων από τα «πατριωτικού ενδιαφέροντος» κλέφτικα της Ηπείρου και της Στερεάς, άνοιξε νέους ορίζοντες στη συλλογή γλωσσικού υλικού: με τη συρροή δημοτικών ασμάτων από τη Μικρά Ασία και τα νησιά του Αιγαίου δημιουργήθηκαν κατά τον Dawkins6 οι κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη μιας οπτικής που διαφοροποιούνταν από την εθνική-πατριωτική και έθετε ζητήματα λαογραφικού ενδιαφέροντος, όπως της μετάδοσης και της διάδοσης της προφορικής παράδοσης.

1. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια2, τόμ. ιγ΄, βλ. λ. «Ιωαννίδης Σάββας» (Μ.Ι. Γεδεών).

2. «Εις μεν τον Ριφάδ την Κολχίδα, εις τον Μοσούχ την Χαλδίαν, εις τον Θόβελ τον ιδίως Πόντον…», Ιωαννίδης, Σ., Ιστορία και Στατιστική της Τραπεζούντος και της περί ταύτην χώρας (Κωνσταντινούπολη1870), σελ. 3.

3. Ιωαννίδης, Σ., Ιστορία και Στατιστική της Τραπεζούντος και της περί ταύτην χώρας (Κωνσταντινούπολη 1870), σελ. 156.

4. Sathas, C. – Legrand, E., Les exploits de Digénis Akritas, d’après le manuscrit unique de Trébizonde (Paris – Maisonneuve 1875).

5. Βλέπε παράθεμα.

6. Dawkins, R.D., “The recent study of folklore in Greece”, στο Papers and transactions of the Jubilee Congress of the Folk-Lore Society(London 1930), σελ. 121-137.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>