Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Οικογένεια Καρατζά

Συγγραφή : Μουστάκας Κωνσταντίνος (27/5/2008)

Για παραπομπή: Μουστάκας Κωνσταντίνος, «Οικογένεια Καρατζά», 2008,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=10971>

Οικογένεια Καρατζά (28/1/2009 v.1) Karatzas family (7/9/2010 v.1) 
 

1. Το φαναριωτικό φαινόμενο

Οι λεγόμενοι Φαναριώτες, που έλαβαν την ονομασία αυτή από το χώρο κατοίκησής τους στα πέριξ του Πατριαρχείου στη συνοικία Φανάρι, συνιστούν την ελίτ των χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στο ευρύτερο πλαίσιο της οθωμανικής ελίτ. Η ομάδα αυτή, που περιλαμβάνει οικογένειες κυρίως ελληνικής καταγωγής, παρουσιάζεται να παρέχει υπηρεσίες στη σουλτανική αυλή, φαινόμενο που παρατηρείται ήδη από την επαύριο της Άλωσης (1453). Οι χριστιανικές αυτές οικογένειες, λόγω του υλικού τους πλούτου και της γενικότερης επιρροής τους, κατέχουν σημαντικές θέσεις και στις υπηρεσίες του Πατριαρχείου, το οποίο γενικά ελέγχουν. Ουσιαστικά, η ομάδα των Φαναριωτών συγκροτείται πλέον όχι από μεμονωμένα πρόσωπα, αλλά από οικογένειες που σταδιακά καταλαμβάνουν και ασκούν αυτά τα αξιώματα παραδοσιακά, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί έτσι μια κλειστή κάστα οικογενειών, μια άτυπη αριστοκρατία. Η αριστοκρατία αυτή αναπαράγεται μέσα από τη συνεχή παρουσία των μελών της στις υπηρεσίες της Αυλής και του Πατριαρχείου.1

Οι απαρχές του φαινομένου εντοπίζονται ιδίως από τα μέσα του 17ου αιώνα και εξής, ενώ η περίοδος της μεγάλης ακμής του είναι ο 18ος αιώνας και οι αρχές του 19ου, τουλάχιστον μέχρι το χρόνο εκδήλωσης της Ελληνικής Επανάστασης. Και κατά τον υπόλοιπο 19ο αιώνα, όμως, η παρουσία και επιρροή των φαναριώτικων οικογενειών στο διοικητικό μηχανισμό του οθωμανικού κράτους, αλλά και στις υπηρεσίες του Πατριαρχείου, δεν εξαλείφεται.

Η οικογένεια Καρατζά αποτελεί μία από τις χαρακτηριστικότερες και πλέον διακεκριμένες περιπτώσεις φαναριώτικων οίκων, που η πορεία της ταυτίζεται με την εξέλιξη του φαναριώτικου φαινομένου.

2. Εμφάνιση και καταβολές της οικογένειας Καρατζά

Στην ιστορία της οικογένειας Καρατζά μπορούμε να παρακολουθήσουμε χαρακτηριστικά την εμφάνιση και εξέλιξη της τάξης των Φαναριωτών. Η καταγωγή της οικογένειας είναι σκοτεινή· όπως σε όλες τις περιπτώσεις οίκων που διακρίθηκαν, το ζήτημα της απώτερης καταγωγής περιπλέκεται από την επινόηση οικογενειακών μυθολογιών που προβάλλουν φανταστικές εν πολλοίς ιστορίες περί ευγενούς καταγωγής της οικογένειας.

Στην περίπτωση του οίκου Καρατζά έχουν διατυπωθεί περισσότερες της μιας απόψεις περί της απώτερης καταγωγής του. Μια εκδοχή θέλει τον οίκο να κατάγεται από την Ήπειρο, μέσω της πιθανολογούμενης συσχέτισής του με το stradioti Νικόλαο Καρατζά, για τον οποίο ελάχιστα είναι γνωστά: Αναφέρεται ότι ήταν μέλος του τευτονικού τάγματος, ενώ εμφανίζεται στην Ήπειρο το 1497 να ιδρύει μοναστήρι στην περιοχή της Άρτας. Υποστηρίζεται επίσης και η καταγωγή του οίκου από τη Ραγούζα (σημ. Ντουμπρόβνικ). Οι παραπάνω συσχετίσεις της οικογένειας Καρατζά με το συγκεκριμένο Νικόλαο και μέσω αυτής οι υποθέσεις για καταγωγή από την Ήπειρο ή τη Ραγούζα είναι απλές εικασίες. Άλλη εκδοχή για την καταγωγή της οικογένειας Καρατζά, που έχει επικρατήσει να θεωρείται ως πιθανότερη –αυτήν προέβαλλε κυρίως η ίδια η οικογένεια–, αφορά τη θεωρούμενη καταγωγή της από την Τραπεζούντα. Πιστεύεται, δηλαδή, ότι ο οίκος συνιστούσε μία από τις ευγενείς τραπεζουντιακές οικογένειες που μετοίκησαν στην Κωνσταντινούπολη μετά την οθωμανική κατάληψη της Τραπεζούντας (1461), όπως και οι επίσης φαναριώτικες οικογένειες Μουρούζη και Υψηλάντη, και έτσι της αποδίδεται ένα ευγενές απώτερο παρελθόν.2

Σε αυτές τις εκδοχές περί της καταγωγής της οικογένειας, που στο σύνολό τους δεν αποτελούν παρά απλές υποθέσεις, μπορούμε να προσθέσουμε ακόμα μία. Δεδομένου ότι το όνομα της οικογένειας είναι τουρκικό (karaca σημαίνει "σκοτεινός") και τέτοια ονόματα συνηθίζονταν μεταξύ των τουρκόφωνων χριστιανών της Μικράς Ασίας, των λεγόμενων Καραμανλήδων, που από το 15ο αιώνα είχαν εγκατασταθεί στη νέα οθωμανική πρωτεύουσα, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε και το ενδεχόμενο της καταγωγής του οίκου από αυτούς τους κύκλους. Η υπόθεση αυτή μπορεί, ίσως, να ενισχυθεί από την αναφορά σε κάποιον «κυρ Καρατζά τον από Καραμανιωτών» σε πατριαρχικό έγγραφο του 1564, που μνημονεύει τη συμμετοχή του σε διαχειριστική επιτροπή του Πατριαρχείου.3 Προφανώς πρόκειται για κάποιον προύχοντα της καραμανλήδικης κοινότητας της Κωνσταντινούπολης. Δεδομένου ότι ο πρώτος σίγουρος εκπρόσωπος της φαναριώτικης οικογένειας Καρατζά, ο Κωνσταντίνος (β΄ μισό 17ου αιώνα), είχε την ιδιότητα του αρχιχασάπη (kasap-başı) των ανακτόρων και εμφανώς προερχόταν από το χώρο του εμπορίου και των συντεχνιών της Κωνσταντινούπολης, είναι μάλλον προφανές ότι οι καταβολές της οικογένειας και η αρχική ανάδειξη των μελών της σε σημαντικές θέσεις ταυτίζονται με το χώρο των κοινoτικών και συντεχνιακών προκρίτων. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, και η συσχέτιση με τον «καραμανλή» Καρατζά του 1564, χωρίς όμως η υπόθεση αυτή να μπορεί να υποστηριχθεί με ασφάλεια, αφού λείπουν οι μαρτυρίες πηγών που να την επιβεβαιώνουν.

3. Ανάδειξη και ακμή της οικογένειας Καρατζά

Όπως προαναφέρθηκε, πρώτος γνωστός και σίγουρος εκπρόσωπος του οίκου των Καρατζά είναι ο Κωνσταντίνος, ο οποίος έζησε στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα και εντάχθηκε στη σουλτανική υπηρεσία ως αρχιχασάπης του Μεχμέτ Δ΄. Με τον Κωνσταντίνο εγκαινιάζεται μια τυπική φαναριώτικη οικογένεια της οποίας οι εκπρόσωποι, κατά τη φάση ανάδειξης και ακμής της στη διάρκεια του 18ου αιώνα, διακρίνονται από την κατοχή θέσεων στο «τρίγωνο»: ευρωπαϊκές πρεσβείες – σουλτανική αυλή – Πατριαρχείο. Αξιομνημόνευτοι εκπρόσωποι της οικογένειας σε αυτή τη φάση είναι κατ’ αρχάς οι αδερφοί Σκαρλάτος και Ιωάννης (ο Πατριάρχης Ιωαννίκιος Δ΄), εγγονοί του Κωνσταντίνου. Στο πρόσωπο του Σκαρλάτου Καρατζά (1697-1780) εντοπίζονται τα στάδια ανάδειξης ενός Φαναριώτη. Πολυμαθής, λόγιος και πολύγλωσσος, με σπουδές στην ιατρική, που στο εξής συνιστούν παράδοση για την οικογένεια, υπηρετεί από το 1730 ως διερμηνέας στην ολλανδική πρεσβεία. Η θέση του αυτή του ανοίγει το δρόμο των υψηλών γνωριμιών και των σχέσεων με τη σουλτανική αυλή, της οποίας επηρεάζει άτυπα την εξωτερική πολιτική. Το 1742 παραιτείται από την προηγούμενη θέση του και αναλαμβάνει το υψηλό πατριαρχικό οφίκιο του μεγάλου λογοθέτη, το οποίο πλέον κατείχαν λαϊκοί. Η επιρροή που είχε αποκτήσει και από αυτή τη θέση τού επέτρεψε να ανεβάσει στον πατριαρχικό θρόνο τον αδερφό του Ιωαννίκιο (1761), ενώ ο γιος του Γεώργιος (1724-65) είχε διοριστεί μέγας διερμηνέας της Υψηλής Πύλης. Μεταξύ 1765 και 1768 κατέχει ο ίδιος τη θέση του μεγάλου διερμηνέα, διαδεχόμενος τον πρόωρα θανόντα από νόσημα γιο του, ενώ ανακαλείται στη θέση αυτή το 1770, επειδή η παρουσία του κρίθηκε απαραίτητη στις διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στη σύναψη της συνθήκης του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή. Στον ίδιο μάλιστα αποδίδεται η υιοθέτηση σειράς ευνοϊκών άρθρων για τους Έλληνες. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του κατέχει τον τίτλο του οσποδάρου της Βλαχίας.

Ιδιαίτερα γνωστός εκπρόσωπος της επόμενης γενιάς του οίκου Καρατζά είναι ο από πλάγιο κλάδο συγγενής του Σκαρλάτου, ο Νικόλαος, ο οποίος έγινε ιδιαίτερα γνωστός για την πλουσιότατη βιβλιοθήκη του. Όμως οι πλέον διακεκριμένοι εκπρόσωποι του οίκου προέρχονται από τη γραμμή του Γεωργίου Σκαρλάτου Καρατζά, αρχής γενομένης με τους γιους του Ιωάννη και Νικόλαο. Ο τελευταίος (1745-1791), που υπήρξε και λόγιος, διατέλεσε μέγας διερμηνέας (1777-1782) και οσποδάρος της Βλαχίας (1782), ενώ ο γιος του Ιωάννης (1769-1808), ο επονομαζόμενος και μπέι-ζαδές (beyzade, γιος του μπέη), αναδείχθηκε διερμηνέας του στόλου (1802-1806) και μέγας διερμηνέας (1808). Πολύ πιο διακεκριμένος, όμως –ίσως ο πλέον διακεκριμένος μετά το Σκαρλάτο–, υπήρξε ο προαναφερθείς Ιωάννης Γεωργίου Σκαρλάτου (περ. 1760-1845), ο επονομαζόμενος και Γέρων ή Πρίγκιψ Καρατζάς, ιδιαίτερα μακρόβιος όπως και ο παππούς του, που στη διάρκεια της ζωής του πρωταγωνίστησε σε κορυφαία γεγονότα.

Ο Ιωάννης Καρατζάς κατέλαβε σειρά σημαντικών θέσεων της Υψηλής Πύλης και στη διάρκεια της υπηρεσίας του κέρδισε την εμπιστοσύνη του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄. Το 1812 διορίστηκε οσποδάρος της Βλαχίας, αξίωμα στο οποίο διακρίθηκε ιδιαίτερα, και διαχειρίστηκε τη θέση των παραδουνάβιων ηγεμονιών στο σύνθετο διεθνές περιβάλλον που δημιουργούσαν οι ναπολεόντειοι πόλεμοι, οι ρωσικές τάσεις για επέκταση και η σερβική εξέγερση. Το 1818 εγκαταλείπει αυτή τη θέση και, μέτοχος πλέον των κινήσεων για την προετοιμασία της ελληνικής εξέγερσης, δεν επιστρέφει στην Κωνσταντινούπολη αλλά εγκαθίσταται στην Πίζα, από όπου συντονίζει φιλελληνικές κινήσεις και εργάζεται για την προετοιμασία της Επανάστασης και στη συνέχεια για την υποστήριξή της.4

4. Η ελληνική φάση του οίκου

Το 1830 ο Ιωάννης «Γέρων» Καρατζάς εγκαθίσταται στην Αθήνα, όπου και διαμένει έως το θάνατό του. Στην Ελλάδα εγκαταστάθηκαν και οι δύο γιοι του, με τους οποίους εγκαινιάστηκε η ελληνική γραμμή της οικογένειας. Ο πρώτος εξ αυτών, ο Γεώργιος, πριν από την Επανάσταση ήταν μέγας διερμηνέας της Υψηλής Πύλης και μετέβη στην επαναστατημένη Ελλάδα μετά την έναρξη αυτού. Ο δεύτερος, ο Κωνσταντίνος, βρισκόταν κοντά στον πατέρα του στην Πίζα, από όπου και εστάλη στην Ελλάδα μετά την εκδήλωση της εξέγερσης επικεφαλής στρατιωτικού σώματος. Στην Ελλάδα ο Κωνσταντίνος Καρατζάς ενεπλάκη στις πολιτικές διεργασίες, ενώ στην Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου βρέθηκε σε αντιπαλότητα με το Δημήτριο Υψηλάντη. Οι εξελίξεις αυτές προκάλεσαν την απογοήτευσή του με αποτέλεσμα να αποχωρήσει και να μην επιστρέψει στην Ελλάδα παρά μόνο μετά τη λήξη της Επανάστασης μαζί με τον πατέρα του. Οι εγκαταστημένοι στην Ελλάδα εκπρόσωποι φαναριώτικων οικογενειών συνιστούσαν εκ των πραγμάτων το ιδανικό προσωπικό για τη στελέχωση της νεοπαγούς διπλωματικής υπηρεσίας του νεοσύστατου κράτους, λόγω της γλωσσομάθειας και της γενικότερης παιδείας τους, των κοσμοπολίτικων εμπειριών τους και της οικογενειακής παράδοσης σε ανάλογα καθήκοντα. Έτσι και οι μετέπειτα απόγονοι του οίκου Καρατζά στην Ελλάδα καθιερώνουν μια οικογενειακή παράδοση σταδιοδρομίας στο διπλωματικό σώμα.5

1. Βακαλόπουλος, A., Ιστορία του Νέου Ελληνισμού Δ: Τουρκοκρατία (1669-1812). Η οικονομική άνοδος και ο φωτισμός του γένους (Θεσσαλονίκη 1973), σελ. 236-44.

2. Karadja, C., “Sur l’origin des Karadja”, Revue Historique du Sud-est Européen 7-9 (Bucarest 1938)· Sturdza, M.D., Dictionnaire historique et généalogique des grandes familles de Grèce, d’Albanie et de Constantinople (Paris 1983), σελ. 257.

3. Αποστολόπουλος, Δ.Γ. – Μιχαηλάρης, Π.Δ., Η Νομική Συναγωγή του Δοσιθέου. Μία πηγή και ένα τεκμήριο (Αθήνα 1987), σελ. 347.

4. «Καρατζάς», ΜΕΕ 13 (Αθήνα χ.χ.), σελ. 810.

5. «Καρατζάς», ΜΕΕ 13 (Αθήνα χ.χ.), σελ. 810· Sturdza, M.D., Dictionnaire historique et généalogique des grandes familles de Grèce, d’Albanie et de Constantinople (Paris 1983), σελ. 257-258.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>