Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω
->

Θέογνις Νικαίας

Συγγραφή : Μπάνεβ Γκέντσο (28/11/2003)

Για παραπομπή: Μπάνεβ Γκέντσο, «Θέογνις Νικαίας», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=4480>

Θέογνις Νικαίας (9/3/2009 v.1) Theognis of Nicaea (15/2/2006 v.1) 
 

1. Βιογραφικά στοιχεία

Ο Θέογνις (ή Θεόγνιος) γεννήθηκε πιθανώς στα τέλη του 3ου αιώνα. Πριν από το 325 χειροτονήθηκε επίσκοπος Νικαίας. Υπήρξε ένας από τους επιφανείς υποστηρικτές του αρειανισμού και διακρίθηκε ως συνεργάτης του Ευσεβίου, επισκόπου Νικομηδείας και μετέπειτα επισκόπου Κωνσταντινουπόλεως (339-341). Για το πρόσωπό του γνωρίζουμε ελάχιστα στοιχεία. Κατά πάσα πιθανότητα στα νεανικά του χρόνια μαθήτευσε κοντά στον περιβόητο λόγιο και μάρτυρα Λουκιανό Αντιοχείας, μαθητές του οποίου υπήρξαν ο μετέπειτα αιρεσιάρχης Άρειος και αρκετοί άλλοι οπαδοί του (Ευσέβιος Νικομηδείας, Μάρις Χαλκηδόνος, Λεόντιος κ.ά.).1 Όσον αφορά τη συμμετοχή του ως επισκόπου στην Α' Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια (325) και τον αγώνα των οπαδών του αρειανισμού στα αμέσως επόμενα χρόνια οι πηγές διασώζουν αρκετές πληροφορίες.2 Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν υπάρχουν αποκλειστικές αναφορές στον Θέογνι. Το όνομά του σχετίζεται πάντοτε με τον κύκλο του Ευσεβίου Νικομηδείας και μνημονεύεται σε γεγονότα που διαδραματίστηκαν μέχρι το 342. Πέθανε κατά πάσα πιθανότητα λίγο μετά τη χρονολογία αυτή.

2. Δράση

2.1. Στην Α' Οικουμενική Σύνοδο

Ο Θέογνις συμμετείχε στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο και τάχθηκε στο πλευρό των αρειανών, που, σύμφωνα με τους ιστορικούς της περιόδου, αριθμούσαν 20 κληρικούς (22 κατά τον Φιλοστόργιο).3 Ο εκπρόσωπος των αρειανών Ευσέβιος Νικομηδείας συνέταξε και υπέβαλε μία πρόταση για το Σύμβολο της Πίστεως. Με παρότρυνση του Ισπανού επισκόπου Οσίου Κορδούης, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α' (306-337) επενέβη και επέβαλε την προσθήκη «ομοούσιος» ή «εξ ουσίας του πατρός» στο κείμενο για τον Υιό του Θεού. Εκ μέρους των ορθόδοξων κληρικών ουσιαστική υπήρξε η συμμετοχή του Αθανασίου, μετέπειτα πατριάρχη Αλεξανδρείας (328-373). Στο τέλος του κειμένου του Συμβόλου της Πίστεως προστέθηκαν αναθεματισμοί για τους αρειανούς και εν γένει όσους θεωρούνταν αιρετικοί.

2.2. Στην εξορία

Το δόγμα της Νίκαιας, του 325, υπέγραψαν 318 ιεράρχες. Μόνο πέντε αρειανοί ενέμειναν στις θέσεις τους και αρνήθηκαν να υπογράψουν το κείμενο με τη διατύπωση «ομοούσιος». Από τους πέντε ο Ευσέβιος Νικομηδείας, ο Θέογνις Νικαίας και πιθανόν ο Μάρις Χαλκηδόνος τελικά δέχθηκαν το πρώτο σκέλος του Συμβόλου, ενώ δεν συμφώνησαν με τους αναθεματισμούς για τον Άρειο, οι δε Σεκούνδος Πτολεμαΐδος και Θεωνάς Μαρμαρικής αρνήθηκαν κατηγορηματικά κάθε συζήτηση επί του κειμένου, κατηγορώντας μάλιστα τους πρώτους ότι είχαν υπογράψει φοβούμενοι την εξορία. Σχετικά με τα γεγονότα, ο εκκλησιαστικός ιστορικός Φιλοστόργιος αναφέρει ότι ο Θέογνις και ο Ευσέβιος υπέγραψαν το Σύμβολο της Νίκαιας, επιχειρώντας να τροποποιήσουν τη λέξη «ομοούσιος» σε «ομοιούσιος».4 Τελικά όμως ο αυτοκράτορας έκρινε σκόπιμο όλοι οι αντιφρονούντες αρειανοί να εξορισθούν. Ο Θέογνις και ο Ευσέβιος, προς τους οποίους ο Κωνσταντίνος Α΄ απηύθυνε και σχετική επιστολή, εξορίστηκαν στην Ιλλυρία, ενώ στις επισκοπικές τους έδρες τοποθετήθηκαν ορθόδοξοι ιεράρχες, ο Χρήστος στη Νίκαια και ο Αμφίων στη Νικομήδεια.

2.3. Στη Νίκαια

Το 328 οι Θέογνις και Ευσέβιος ανακλήθηκαν από την εξορία με αυτοκρατορικό διάταγμα και αποκαταστάθηκαν στις έδρες τους. Στη συνέχεια, όμως, ο Ευσέβιος με την υποστήριξη των οπαδών του, ορισμένοι από τους οποίους βρίσκονταν στον κύκλο του αυτοκράτορα, ανέλαβε ενεργό δράση με σκοπό την επικράτηση του αρειανισμού επί του δόγματος της Νίκαιας. Ενεργό ρόλο στα γεγονότα της περιόδου διαδραμάτισε και ο Θέογνις, που αγωνίστηκε με ιδιαίτερο ζήλο κατά των ορθοδόξων. Οι εξελίξεις έδειξαν ότι η ομόνοια που είχε επιτύχει ο αυτοκράτορας στη Νίκαια το 325 ήταν ιδιαίτερα εύθραυστη. Οι οπαδοί του Αρείου και του δραστήριου Ευσεβίου γρήγορα κέρδισαν έδαφος και ασκούσαν πλέον σημαντική επιρροή στην Κωνσταντινούπολη.

2.4. Στις τοπικές συνόδους

Το έτος 330 οι αρειανοί Θέογνις Νικαίας, Ευσέβιος Νικομηδείας, Ευσέβιος Καισαρείας, Πατρόφιλος Σκυθοπόλεως κ.ά., με την πρόφαση μιας φιλικής επίσκεψης στον πατριάρχη Αντιοχείας Ευστάθιο, συγκεντρώθηκαν στην Αντιόχεια επί Ορόντου. Σε σύντομο χρονικό διάστημα οργάνωσαν μια τοπική σύνοδο και εξαπέλυσαν βαρύτατες κατηγορίες ηθικού και θεολογικού περιεχομένου κατά του Ευσταθίου, με αποτέλεσμα ο τελευταίος κατόπιν αυτοκρατορικής παρέμβασης να καθαιρεθεί και να εξορισθεί στην Ιλλυρία. Τη θέση του κατέλαβε ο Λεόντιος. Ακολούθως οι αρειανοί στράφηκαν κατά του μητροπολίτη Αγκύρας Μαρκέλλου. Οι κατηγορίες κατά του Μαρκέλλου βασίζονταν σε ένα έργο του στο οποίο ανέλυε τις σχέσεις του Ωριγένους με την ειδωλολατρία. Το 335 έλαβαν χώρα δύο τοπικές σύνοδοι, στην Τύρο και στην Ιερουσαλήμ, οι οποίες αποκατέστησαν πλήρως το πρόσωπο και τη διδασκαλία του Αρείου.

2.5. Εναντίον του Αθανασίου Αλεξανδρείας

Κατά τη διάρκεια των συνόδων, ο Θέογνις Νικαίας αναφέρεται ως μέλος ή επικεφαλής μιας εξαμελούς επιτροπής (στην οποία συμμετείχαν οι Μάρις Χαλκηδόνος, Θεόδωρος Ηρακλείας, Μακεδόνιος και δύο νέοι επισκόποι από την Παννονία) αρμόδιας για τα υπό εξέταση ζητήματα, με κορυφαίο αυτό της καθαίρεσης του πατριάρχη Αλεξανδρείας Αθανασίου (328-373). Αρνούμενος κάθε κοινωνία μαζί τους, ο Αθανάσιος μετέβη στην Κωνσταντινούπολη και απευθύνθηκε για λύση του προβλήματος στον Κωνσταντίνο Α'. Τον Φεβρουάριο του 336 συγκλήθηκε νέα σύνοδος στην πρωτεύουσα. Με επικεφαλής τον Θέογνι, οι αρειανοί καταφέρθηκαν δριμύτατα κατά του Αθανασίου, κατηγορώντας τον ότι σκοπεύει να παρεμποδίσει τον εφοδιασμό της Κωνσταντινούπολης με σιτηρά από την Αίγυπτο. Ο Αθανάσιος καθαιρέθηκε και εξορίστηκε. Όμοια τύχη είχε και ο Μάρκελλος Αγκύρας.

2.6. Η επικράτηση του αρειανισμού

Την ίδια εποχή πέθανε ο αιρεσιάρχης Άρειος. Ωστόσο, η παράταξη των αρειανών, συσπειρωμένη γύρω από τον Ευσέβιο Νικομηδείας, βαθμιαία είχε επικρατήσει και έλεγχε τις εξελίξεις. Ο Κωνσταντίνος Α΄, λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων, είχε αλλάξει τακτική και υποστήριζε την ένταξη των αρειανών στους κόλπους της Εκκλησίας. Έδειχνε επίσης ιδιαίτερο σεβασμό προς τον Ευσέβιο Νικομηδείας, από τον οποίο μάλιστα λίγο πριν από το θάνατό του δέχθηκε το βάπτισμα (Μάιος 337). Επί αυτοκράτορα Κωνσταντίου (337-361) η παράταξη των αρειανών γνώρισε τη μεγαλύτερη δόξα της. Ο Ευσέβιος εξελέγη επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως (339-341) και ο Θέογνις κατά πάσα πιθανότητα αναδείχθηκε σε ηγετική φυσιογνωμία. Σε μια σειρά από συνόδους που συγκλήθηκαν στις ανατολικές επισκοπικές έδρες, ο αρειανισμός ουσιαστικά κατέστη επίσημο δόγμα. Κατά τη σύνοδο της Αντιοχείας (341), στην οποία ο Θέογνις έλαβε μέρος πιθανόν ως μέλος της οργανωτικής επιτροπής, σφυρηλατήθηκε η ομολογία των αρειανών, στην οποία αντικαταστάθηκε ο όρος «ομοούσιος» με τον όρο «ομοιούσιος».

Μετά το θάνατο του Ευσεβίου (χειμώνας 341/342) ανέκυψε το ζήτημα της διαδοχής στον επισκοπικό θώκο της Κωνσταντινουπόλεως. Ο Θέογνις και οι συνεργάτες του συνέβαλαν σημαντικά στην απομάκρυνση του ορθόδοξου Παύλου (341-342) και στην εκλογή του μετριοπαθούς αρειανού Μακεδονίου (342-346). Περιγράφοντας τα συμβάντα, ο εκκλησιαστικός ιστορικός Σωκράτης αναφέρει ότι στην πρωτεύουσα σημειώθηκαν ταραχές, που εξελίχθηκαν σε ένοπλες και αιματηρές συγκρούσεις.

3. Το έργο του Θεόγνιδος

Κατά πάσα πιθανότητα ο Θέογνις πέθανε λίγο μετά το 342. Στο εξής το όνομά του αναφέρεται έμμεσα στις πηγές και σχετίζεται με την προ του 342 δράση του. Είναι βέβαιο ότι δεν συμμετείχε στη σύνοδο που έλαβε χώρα το 343 στη Σερδική ή Σαρδική (σημ. Σόφια).5 Σε κάποια συνεδρία της συνόδου αυτής αρειανοί κληρικοί, πρώην συνεργάτες και διάκονοι του Θεόγνιδος, διάβασαν δημοσίως και προφανώς χρησιμοποίησαν ως επιχειρήματα στις συζητήσεις επιστολές του κατά των Μεγάλου Αθανασίου, Μαρκέλλου Αγκύρας και Ασκληπά Γάζης.6 Το έργο και η δράση του Θεόγνιδος απασχόλησε εν μέρει και τη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο.7

1. Η πληροφορία αυτή απαντά στο Φιλοστόργιο· βλ. Bidez, J. – Winkelmann, F. (επιμ.), Philostorgius, Historia ecclesiastica – Kirchengeschichte (Die griechischen christlichen Schriftsteller 3, Berlin 1972), II.14. Δεδομένου ότι ο Λουκιανός πέθανε το 311, η γέννηση του Θεόγνιδος θα μπορούσε να τοποθετηθεί περί τα τέλη του 3ου αιώνα.

2. Αναφορές στη δράση του Θεόγνιδος (ή Θεογονίου) υπάρχουν κυρίως στους ιστορικούς Σωζομενό, Φιλοστόργιο, Σωκράτη Σχολαστικό, Θεοδώρητο και σε ορισμένα θεολογικά έργα, όπως του Μεγάλου Αθανασίου, και στη Χρονογραφία του Θεοφάνη Ομολογητή.

3. Από τους συμμετέχοντες στη σύνοδο οπαδούς του Αρείου ιδιαίτερα μνημονεύονται στις πηγές οι ακόλουθοι επίσκοποι: Μάρις Χαλκηδόνος, Πατρόφιλος Σκυθοπόλεως, Ευσέβιος Παμφίλου, Παυλίνος Τύρου, Μηνόφαντος Εφέσου, Σεκούνδος Πτολεμαΐδος, Θεωνάς Μαρμαρικής.

4. Φιλοστόργιος, Εκκλησιαστική Ιστορία, Bidez, J. – Winkelmann, F. (επιμ.), Philostorgius, Historia ecclesiastica – Kirchengeschichte (Die griechischen christlichen Schriftsteller 3, Berlin 1972), Ι.9: «το ομοιούσιον εν τη του ομοουσίου φωνή υποκλέψαντες».

5. Πρβλ. Martin, A., Athanase d’Aléxandrie et l’Eglise d’Egypte au ΙVe siècle (328-373), (Paris 1996), σελ. 368, 381, 388.

6. Θεοδώρητος Κύρρου, Εκκλησιαστική Ιστορία, Parmentier, L. – Scheidweiler, F. (επιμ.), Theodoretus, Episcopus Cyrrhensis, Historia ecclesiastica – Kirchengeschichte (Die griechischen christlichen Schriftsteller 44, Berlin 1954), σελ. 105, 11-17. Πρβλ. Mansi, J.D. (επιμ.), Sacrorum conciliorum nova et amplissima collectio 3 (επανεκτύπωση Graz 1960), σελ. 60, 240.

7. Enslin, E., “Τheognis (5)”, στο Pauly's Real-Encyclοpädie der classichen Altertumswissenschaft, neue Bearbeitung VA2 (Stuttgart 1934), σελ. 1.985. Πρβλ. Mansi, J.D. (επιμ.), Sacrorum conciliorum nova et amplissima collectio 3 (επανεκτύπωση Graz 1960), σελ. 595.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>