Μουσικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως

1. Σύντομη ιστορική ανασκόπηση και μέλη του συλλόγου

Ο «Μουσικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως» ιδρύθηκε τον Απρίλιο του 1863 στο Πέρα και ξεκίνησε τη λειτουργία του στο ενοριακό σχολείο της Παναγιάς. Οι ιδρυτές του προέρχονταν από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα και επαγγελματικούς χώρους: ανήκαν αφενός στις επαγγελματικές ελίτ της Κωνσταντινούπολης, είχαν μουσική παιδεία και ενδιαφέρονταν για την προαγωγή μιας μουσικής, της οποίας ο εθνικός χαρακτήρας έπρεπε να προσδιοριστεί, και αφετέρου ήταν διακεκριμένοι εκκλησιαστικοί ψάλτες, μουσικοί και διδάσκαλοι μουσικής της Κωνσταντινούπολης που μοιράζονταν τις ίδιες ανησυχίες με τα μέλη της πρώτης ομάδας. Στην πρώτη κατηγορία ανήκαν μέλη με υψηλή κοινωνική θέση, όπως ο μέγας λογοθέτης του Πατριαρχείου Σταυράκης Αριστάρχης και ο τραπεζίτης Δημήτριος Πασπαλλής, καθώς και οι γιατροί Ηροκλής Βασιάδης και Ιωάννης Γαλάτης, ο δάσκαλος Γαβριήλ Σοφοκλής και ο φυσικομαθηματικός Ανδρέας Σπαθάρης.

Ανάμεσα στους εκκλησιαστικούς ψάλτες ήταν ο Γεώργιος Βιολάκης, ο Παναγιώτης Γ. Κηλτζανίδης και ο Ιωάννης Ζωγράφος. Ο Γεώργιος Βιολάκης, ο οποίος στη συνέχεια έγινε πρωτοψάλτης της Μεγάλης Εκκλησίας τη δεκαετία του 1890, ήταν ονομαστός για τις γνώσεις του σχετικά με την ελληνορθόδοξη εκκλησιαστική μουσική, αλλά και την ευρωπαϊκή. Ο Ιωάννης Ζωγράφος ήταν εκκλησιαστικός ψάλτης έμπειρος στη θεωρία και τους περίπλοκους ρυθμούς της οθωμανικής μουσικής. Ο Παναγιώτης Κηλτζανίδης, ένας εξέχων πρωτοψάλτης στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο από το 1840 μέχρι τη δεκαετία του 1880, ήταν επίσης γνωστός για τη βαθιά του μόρφωση ως θεωρητικός της εκκλησιαστικής μουσικής. Ήδη από το 1859 είχε συντάξει μια συλλογή από τουρκικά και ελληνικά τραγούδια με τον τίτλο Καλλίφωνος Σειρήν.1 Αν συνυπολογίσει κανείς τη διδασκαλία του στο 5ο πατριαρχικό μουσικό σχολείο (1868) και τη συγγραφή ενός θεωρητικού δοκιμίου που δημοσιεύτηκε το 1879, αλλά και ενός βιβλίου για τη θεωρία της κοσμικής μουσικής το 1881,2 δεν είναι δύσκολο να φανταστεί ότι επρόκειτο για ένα από τα πιο ενεργά μέλη του συλλόγου. Με δεδομένη αυτή την ισχυρή σύνθεση του συλλόγου που αποτελούνταν από εκκλησιαστικούς μουσικούς, η αναφορά του εξέχοντος Έλληνα μουσικολόγου του 19ου αιώνα Γ. Παπαδόπουλου στο σύλλογο, τον οποίο και χαρακτήριζε «Εκκλησιαστικό Μουσικό Σύλλογο της Κωνσταντινούπολης», ήταν πιθανότατα δικαιολογημένη.3 Επιπλέον, τα περισσότερα στοιχεία για το σύλλογο αναδεικνύουν τη σημασία που δόθηκε στην εκκλησιαστική μουσική, που ήταν ανάλογη εξάλλου με τον αριθμό των εκκλησιαστικών ψαλτών τα οποία ήταν μέλη του. Το 1864 ο πρόεδρος του συλλόγου Δ. Πασπαλλής ανακοίνωσε ότι όλοι ανεξαιρέτως οι εκκλησιαστικοί υμνωδοί θα απαλλάσσονταν από την ετήσια συνδρομή των μελών –η μηνιαία συνεισφορά είχε οριστεί στα δέκα πιάστρα– και ότι η καθιερωμένη συνάντηση του συλλόγου θα μεταφερόταν από Σάββατο σε Κυριακή.4

Το 1867 ο μουσικός σύλλογος μεταφέρθηκε στο Φανάρι –συνοικία όπου στεγαζόταν το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης– έπειτα από απόφαση της πλειονότητας των μελών του.5 Παρότι δε γνωρίζουμε πότε ακριβώς διαλύθηκε, από τις πληροφορίες στο Μουσικόν Απάνθισμα και το βιβλίο του Γ. Παπαδόπουλου συνάγουμε ότι η οριστική διάλυσή του έγινε περίπου το 1867-1868.6

2. Σκοποί και έργο

Σύμφωνα με το πρόγραμμα δραστηριοτήτων του συλλόγου, ορισμένοι από τους στόχους του ήταν η επεξήγηση των διαφορετικών ειδών μουσικής γραφής που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες (Αριστόξενος, Αλύπιος κ.λπ.) και οι χριστιανοί συνθέτες (Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Ιωάννης ο Κουκουζέλης, Πέτρος ο Πελοποννήσιος, οι τρεις δάσκαλοι Γρηγόριος, Χουρμούζιος και Χρύσανθος), καθώς και η σύγκριση των μουσικών κειμένων τους με άλλες συστήματα μουσικής σημειωτικής, ο ακριβής ορισμός των τεχνικών όρων της αρχαίας και νέας μουσικής και των τραγουδιών, η μελέτη της αρμονίας και των κανόνων της αρχαίας ελληνικής μουσικής και της δημοτικής μουσικής των Βυζαντινών, η εξέταση των χαρακτηριστικών της μουσικής των Αράβων, Περσών και Εβραίων, τα σωστά και σαφώς προσδιορισμένα σημεία γραφής του λεγόμενου κρητικού ύφους των εκκλησιαστικών ύμνων όπως τους έψελναν στις εκκλησίες των Ιονίων νήσων, της Κρήτης και άλλων περιοχών, αλλά και οι ακριβείς τρόποι μουσικής γραφής του βουλγαρικού εκκλησιαστικού ύφους των Σλάβων και η σύγκρισή τους με τις μελωδίες που ψάλλονταν στη βυζαντινή και την αθωνική παράδοση».7 Στην ημερήσια εφημερίδα Ανατολικός Αστήρ ο σύλλογος ανακοίνωνε τους σκοπούς του ως την προαγωγή της εκκλησιαστικής μουσικής, η οποία θεωρείτο πως είχε απωλέσει το παλαιό και “επιβλητικό” της ύφος.8

Δύο χρόνια μετά την ίδρυσή του ο σύλλογος ανακοίνωσε την έκδοση του ομώνυμου περιοδικού που θα κυκλοφορούσε κάθε δύο μήνες και θα περιελάμβανε τις ομιλίες που λάμβαναν χώρα, τα πρακτικά των συναντήσεων, ξένες πραγματείες, εκκλησιαστικές μελωδίες, “εθνικά” και ξένα τραγούδια με τους χαρακτήρες της παραδοσιακής εκκλησιαστικής, αλλά και της ευρωπαϊκής μουσικής γραφής, καθώς και δοκίμια για τη μουσική.9 Δυστυχώς αυτό το περιοδικό δε φαίνεται να έχει σωθεί μέχρι σήμερα, ώστε να μελετηθεί το περιεχόμενο των ομιλιών. Ωστόσο, αναφορικά με το έργο του συλλόγου, τουλάχιστον γνωρίζουμε ότι μέχρι το 1867 είχε περισσότερα από ογδόντα μέλη, μια αρκετά πλούσια βιβλιοθήκη, μια συλλογή μουσικών οργάνων, ένα πιάνο, ένα ηχόμετρο κι έναν ταμπουρά.10




1. Καλλίφωνος Σειρήν ήτοι Συλλογή Διαφόρων Ασμάτων, Τουρκικών, Ευρωπαϊκών και Ελληνικών Μελοποιηθέντων υπό Χ. Παναγιώτου Γεωργιάδου του Προυσαέως (Κωνσταντινούπολη 1859).

2. Κηλτζανίδης, Π., Διατριβαί περί της Ελληνικής Εκκλησιαστικής Μουσικής (Κωνσταντινούπολη 1879)· Κηλτζανίδης, Π., Μεθοδική Διδασκαλία Θεωρητική τε και Πρακτική προς Εκμάθησιν και Διάδοσιν του Γνησίου Εξωτερικού Μέλους (Κωνσταντινούπολη 1881, επανέκδοση Θεσσαλονίκη 1978).

3. Παπαδόπουλος, Γ., Συμβολαί εις την Ιστoρίαν της παρ’ ημίν Εκκλησιαστικής Μουσικής (Αθήνα 1890, επανέκδοση 2002), σελ. 394.

4. «Επιστολή του Μουσικού Συλλόγου», Αρμονία 7 (Κωνσταντινούπολη, 8 Απριλίου 1864).

5. Ζωγράφος, Ι., Μουσικόν Απάνθισμα 2 (Κωνσταντινούπολη 1873), σελ. 15.

6. Ο Ι. Ζωγράφος αναφέρει ότι τίποτα δεν ακουγόταν πια για το σύλλογο από το 1867/1868 και μετά, ενώ ο Παπαδόπουλος επισημαίνει ότι αυτός ο πρώτος μουσικός σύλλογος σταμάτησε να λειτουργεί πριν από το 1870 εξαιτίας των συγκρούσεων και των διαφωνιών μεταξύ των μελών του.

7. Κανονισμός του εν Κωνσταντινουπόλει Μουσικού Συλλόγου (Κωνσταντινούπολη 1863), σελ. 11-13.

8. «Μουσικός Σύλλογος», Ανατολικός Αστήρ (Κωνσταντινούπολη, 14 Μαΐου 1863).

9. «Αγγελία», Ανατολικός Αστήρ (Κωνσταντινούπολη, 7 Ιουνίου 1865).

10. Ζωγράφος, Ι., Μουσικόν Απάνθισμα 2 (Κωνσταντινούπολη 1873), σελ. 15.