1. Εισαγωγή
Μετά το θάνατο του Κομμόδου (31 Δεκεμβρίου 192), η Ρώμη βίωσε στη διάρκεια του 193 πέντε ανακηρύξεις αυτοκρατόρων, δύο στη Ρώμη και στη συνέχεια τρεις στις επαρχίες Βρεττανίας, Παννονίας (σημερινή Ουγγαρία) και Συρίας. Ο έπαρχος της Παννονίας Σεπτίμιος Σεβήρος (Lucius Septimius Severus) πέτυχε τον Ιούνιο του 193 να αναγνωριστεί αυτοκράτορας από τη γερουσία της Ρώμης. Σχεδόν ταυτόχρονα, το Μάρτιο του 193, ο έπαρχος της Συρίας Πεσκένιος Νίγηρ (Pescennius Niger) αυτοανακηρύχθηκε αυτοκράτορας και πέτυχε την αναγνώριση από όλες τις επαρχίες ανατολικά του Βοσπόρου. Την άνοιξη του 193 άρχισε αγώνας δρόμου μεταξύ των δύο αντιπάλων με στόχο την κατοχή των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου, στρατηγικά σημαντικών περιοχών, ώστε να εμποδιστεί ο εκάστοτε αντίπαλος να περάσει στην απέναντι όχθη.1 2. Πολιορκία της πόλης του Βυζαντίου
Στην περιοχή πρώτος έφτασε με το στρατό του ο Νίγηρ, ορμώμενος από τη Συρία, ο οποίος κατόρθωσε να καταλάβει το Βυζάντιο. Απέτυχε όμως στην προσπάθεια να κυριεύσει τη γειτονική Πέρινθο, η οποία προφυλάχθηκε από το στρατό του Σεβήρου, που έφτασε από τα σύνορα του Δούναβη υπό το Lucius Fabius Cilo.2 Ο Νίγηρ υπαναχώρησε στο Βυζάντιο, όπου αναγόρευσε διοικητή των στρατευμάτων τον ύπατο Καικίλιο Καπέλλα (Caecilius Capella).3 Σε πολλές περιπτώσεις εμφυλίου έρχονται στην επιφάνεια υποβόσκουσες αντιπαλότητες μεταξύ μεγάλων γειτονικών πόλεων, όπως εδώ ανάμεσα στο Βυζάντιο και την Πέρινθο, όπου κάθε πόλη τάσσεται κατά του σφετεριστή του θρόνου που υποστηρίζεται από την αντίπαλη πόλη και πριμοδοτεί τον αντίπαλό του. Η ίδια συμπεριφορά παρατηρήθηκε κάτω από τις ίδιες συνθήκες και στις περιπτώσεις των πόλεων Νικομήδειας (Σεβήρος) και Νίκαιας (Νίγηρ) στη Βιθυνία, όπως επίσης Αντιόχειας (Νίγηρ) και Λαοδίκειας (Σεβήρος) στη Συρία.4 Η εξωτερική κατάσταση του Βυζαντίου άλλαξε δραματικά, όταν το φθινόπωρο του 193 ένας δεύτερος στρατός υπό τον Τιβέριο Κλαύδιο Κάντιντο (Tiberius Claudius Candidus)5 κατόρθωσε να περάσει τη θάλασσα του Μαρμαρά και να επιτύχει στην Κύζικο μια καταιγιστική νίκη επί των στρατευμάτων του Νίγηρα υπό τις διαταγές του Ασηλλίου Αιμιλιάνου (Asellius Aemilianus).6 Μια δεύτερη μάχη επί ασιατικού εδάφους μεταξύ Νίκαιας και Κίου κατά την αλλαγή του χρόνου 193/194 τέλειωσε με ήττα, παρά την προσωπική επέμβαση του Νίγηρα που είχε εγκαταλείψει το Βυζάντιο. Δραπέτευσε τότε προς τη Συρία, νικήθηκε πάλι στη μάχη στην πεδιάδα της Ισσού, εκεί όπου ο Μέγας Αλέξανδρος νίκησε το βασιλιά των Περσών Δαρείο, και έχασε τη ζωή του τον Απρίλιο του 194.7 Το κομμένο κεφάλι του αντιπάλου του Σεβήρου τοποθετήθηκε σε πάσσαλο μπροστά από το πολιορκούμενο Βυζάντιο, ώστε να είναι ορατό από όλους, με σκοπό να οδηγήσει τους κατοίκους στην παράδοση της πόλης· αρχικά όμως χωρίς αποτέλεσμα. Ο σύγχρονος ιστορικός Κάσσιος Δίων, που καταγόταν από την κοντινή Νίκαια της Βιθυνίας, περιγράφει, πριν αναφερθεί αναλυτικά στην πολιορκία και την κατάσταση μέσα στην πόλη, τα οχυρωματικά πλεονεκτήματα των διαφορετικών τμημάτων του τείχους, που έφεραν μεταξύ των άλλων πολεμικές μηχανές με διαφορετικού είδους αμυντικές τεχνικές. Σε αυτά προστίθεται και ένας αξιοπρόσεκτος στόλος από 500 πλοία, τα οποία ήταν εφοδιασμένα με έμβολα και είχαν μία ή δύο σειρές κωπηλατών.8 Πραγματικά ο στρατός υπό το Λούκιο Μάριο Μάξιμο (Lucius Marius Maximus)9 που πολιορκούσε την πόλη δεν κατόρθωσε να την καταλάβει με έφοδο, οπότε υιοθετήθηκε η στρατηγική της στενής πολιορκίας και της πείνας. Το Βυζάντιο όμως είχε πλούσιο απόθεμα τροφίμων και για μεγάλο διάστημα ερχόταν υποστήριξη από τη θάλασσα: θαρραλέοι έμποροι τολμούσαν με μεγάλο ρίσκο να μπουν στο λιμάνι, αποχωρώντας βέβαια με πολύ μεγάλο κέρδος.10 Ο χρόνος όμως ήταν εναντίον των πολιορκημένων, καθώς τα τρόφιμα και το πολεμικό υλικό μειώνονταν: γκρέμιζαν σπίτια για την εξοικονόμηση ξυλείας για την κατασκευή πλοίων και χρησιμοποιούσαν ως υλικά εκσφενδονισμού εναντίον των πολιορκητών πέτρες, χάλκινα αγάλματα και χάλκινα άλογα που αφαιρέθηκαν από τα θέατρα. Όταν η πείνα έγινε αβάσταχτη, πολλοί κάτοικοι προσπάθησαν να μεταβούν σε κοντινές περιοχές, πέφτοντας στη θάλασσα όταν είχε καταιγίδα, πιστεύοντας ότι έτσι θα διαφύγουν την προσοχή των πολιορκητών. Πολλοί πνίγηκαν στην προσπάθεια αυτή. Αρκετοί ήταν και εκείνοι που η ανάγκη τούς οδήγησε να εγκαταλείψουν την πόλη. Οι περισσότεροι έχασαν τη ζωή τους, γιατί τα υπερφορτωμένα πλοιάρια είτε βούλιαζαν είτε γίνονταν εύκολη λεία για το στόλο των πολιορκητών. 3. Η πτώση της πόλης
Κατά τον Κάσσιο Δίωνα (75.14.1), αυτές οι σκηνές τρόμου που παρακολουθούσαν οι κάτοικοι από την πόλη υπήρξαν η αιτία η οποία τους οδήγησε να αντιληφθούν τη χωρίς προοπτική κατάστασή τους και να παραδοθούν. Ο Σεβήρος είχε αναθέσει την πολιορκία της πόλης στο στρατηγό του Μάριο Μάξιμο, ενώ ο ίδιος πολεμούσε τους Πάρθους ανατολικά του Ευφράτη. Η είδηση της παράδοσης του Βυζαντίου τον βρήκε στη Μεσοποταμία, πράγμα που οδήγησε σε μία ακόμη αυτοκρατορική ανακήρυξή του (την όγδοη), στοιχείο που μας επιτρέπει να χρονολογήσουμε το γεγονός στα τέλη του 195.11 Η πολιορκία κράτησε επομένως περίπου δυόμισι χρόνια. Η τιμωρία ήταν τρομερή αλλά, όπως δείχνουν παρόμοιες περιπτώσεις, συνηθισμένη και προβλέψιμη. Δεν υπήρξε κανένα έλεος για τον εναπομείναντα στην πόλη στρατό υπό τον Καικίλιο Καπέλλα12 και για τους επικεφαλής πολιτικούς της πόλης που δέχτηκαν στο παρελθόν το Νίγηρα. Τα πιο αντιπροσωπευτικά δημόσια κτήρια, το θέατρο και τα λουτρά γκρεμίστηκαν13 και τα περίφημα οχυρωματικά έργα καταστράφηκαν. Ο Κάσσιος Δίων που είχε δει τα έργα αυτά πριν και μετά την καταστροφή τους επαινεί τους 7 «ομιλούντες» πύργους των χερσαίων οχυρώσεων, οι οποίοι ονομάστηκαν έτσι επειδή όταν παραγόταν κάποιος θόρυβος στον πρώτο πύργο μεταδιδόταν και στους υπόλοιπους, και καταδικάζει τη μετέπειτα θλιβερή κατάστασή τους, για την οποία δεν ήθελε κανείς να πιστέψει ότι ήταν οι ίδιοι οι Ρωμαίοι που την επέφεραν.14 Τέλος, η πόλη έχασε όχι μόνο την ελευθερία της, αλλά γενικά το δικαίωμα να ονομάζεται «πόλις» και υποβιβάστηκε πολιτικά σε χωριό στην επικράτεια της μισητής αντιπάλου Περίνθου, που βρισκόταν 90 χλμ. δυτικά. Οι κάτοικοι της Περίνθου αξιοποιούσαν κάθε ευκαιρία για να υποτιμήσουν τους Βυζάντιους.15 Ο Κάσσιος Δίων κατηγορούσε τους υπευθύνους για την καταστροφή του Βυζαντίου και επειδή ήταν στρατηγικό σημείο για την ασφάλεια του Βοσπόρου απέναντι στους «βαρβάρους από τον Πόντο και την Ασία»,16 δηλαδή από την κατεύθυνση της Μαύρης θάλασσας. Όπως φαίνεται, η εμφυλιακή κατάσταση που επικρατούσε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υπήρξε η αιτία που οδήγησε τους Σκύθες να κάνουν σχέδια («σχέδια Σκυθών», όπως τα ονομάζει ο Κάσσιος Δίων)17 για πολεμικές εξορμήσεις κατά των ρωμαϊκών επαρχιών που βρίσκονταν στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου. Οι κακοί οιωνοί ήταν αυτοί που τελικά οδήγησαν στη ματαίωση της επιχείρησης. Τέτοιες σκέψεις που συναινούσαν στην αποκατάσταση του Βυζαντίου, αλλά και η υποστήριξη στην πόλη που εκφράστηκε από το γιο του αυτοκράτορα Καρακάλλα, πρέπει να οδήγησαν το Σεβήρο μερικά χρόνια18 αργότερα να δώσει στο Βυζάντιο το παλιό καθεστώς της ελεύθερης και αυτόνομης πόλης19 και σίγουρα να υποστηρίξει οικονομικά την ανοικοδόμηση των τειχών και των κατεστραμμένων κτηρίων.
1. Οι βασικές πηγές για τα γεγονότα που ακολουθούν είναι οι εξής: Cassius Dio 75.6-14· Herodian 3.1-2.6· Historia Augusta, Sev. 8.6-9.2. Βλ. σχετικά Zimmermann, M., Kaiser und Ereignis. Studien zum Geschichtswerk Herodians (München 1999), σελ. 178-184. 2. AE 1926, 79· ILS 1141: “praepositus vexillationibus Illyricianis Perinthi tendentibus”· PIR2 F 27. 3. Birley, A.R., “Caecilius Capella: Prosecutor of Christians, Defender of Byzantium”, GRBS 32 (1991), σελ. 81-98. 4. Robert, L., “La titulature de Nicée et de Nicomédie”, HSCP 81 (1977), σελ. 22-27 = Opera minora selecta VI (Amsterdam 1989), σελ. 232-237. 5. Alföldy, G., Die römischen Inschriften von Tarraco (Madrider Forschungen 10, Berlin 1975), 130: “dux exercitus Illyrici expeditione Asiana”· Cassius Dio 75.3.5-6. 6. Birley, A.R., “The coups d’état of the year 193”, Bonn. Jahrb. 169 (1969), σελ. 270· Cassius Dio 75.6.2, 3.4· HA, Sev. 8.13, 16. 7. Λεπτομέρειες και θέματα χρονολόγησης βλ. στο Birley, A.R., The African Emperor. Septimius Severus (London 1988), σελ. 112-113. 9. ILS 2935: “dux exercitus Mysiaci (=Moesiaci) apud Byzantium”, βλ. PIR2 M 308. 11. Birley, A.R., The African Emperor. Septimius Severus (London 1988), σελ. 119. 12. Cassius Dio 75.14.1· Birley, A.R., “Caecilius Capella: Prosecutor of Christians, Defender of Byzantium”, GRBS 32 (1991), σελ. 97. 14. Cassius Dio 75.14.4-5. 18. Μάλλον το 202, όταν μετά το Β΄ Παρθικό πόλεμο γύρισε μέσω της Μικράς Ασίας και των Βαλκανίων στην Ιταλία, βλ. Birley, A.R., The African Emperor. Septimius Severus (London 1988), σελ. 142. 19. Historia Augusta, Carac. 1.7· Robert, L., “La titulature de Nicée et de Nicomédie”, HSCP 81 (1977), σελ. 27, αρ. 134 (= Opera minora selecta VI, σελ. 237).
|
|
|