Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Νεοχώρι

Συγγραφή : Μπενλίσοϊ Φώτης (10/6/2008)

Για παραπομπή: Μπενλίσοϊ Φώτης, «Νεοχώρι», 2008,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=11083>

Νεοχώρι (9/9/2010 v.1) Neochori (Yeniköy) - προς ανάθεση 
 

1. Τοποθεσία – Ονομασία

Το Γενίκιοϊ ή Νεοχώρι (Νηχώρι) βρίσκεται στην ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου, μεταξύ της Στένης (İstinye) και των Θεραπειών (Tarabya). Σύμφωνα με μια εκδοχή, ο συνοικισμός πήρε το όνομά του από τους Βλάχους που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή αμέσως μετά την Άλωση, από την περιοχή Geni. Έτσι η περιοχή ονομάστηκε Geniköy, το οποίο μετατράπηκε με την πάροδο του χρόνου σε Γενίκιοϊ.1 Ο Εβλιγιά Τσελεμπί αναφέρει ότι το συγκεκριμένο χωριό ονομάστηκε Γενίκιοϊ, επειδή συγκροτήθηκε έπειτα από διαταγή του σουλτάνου Σουλεϊμάν Α'.2

2. Η ορθόδοξη κοινότητα

2.1. Πληθυσμός

Στο 17ο αιώνα το Γενίκιοϊ αριθμούσε τρεις χιλιάδες σπίτια και είχε πολλούς κήπους και αμπέλια. Σύμφωνα με τον Εβλιγιά, το χωριό αποτελούνταν από τρεις μουσουλμανικές και επτά χριστιανικές συνοικίες. Επίσης, αναφέρει και τονίζει ότι δεν υπήρχαν Εβραίοι στην περιοχή, προσθέτοντας εμφατικά ότι αν εμφανίζονταν Εβραίοι εκεί θα δολοφονούνταν από τους Ρωμιούς και τους Λαζούς της περιοχής, οι οποίοι έτρεφαν μεγάλο μίσος για τον εβραϊκό πληθυσμό. Οι μουσουλμάνοι του χωριού στην πλειονότητά τους προέρχονταν από την Τραπεζούντα. Τέλος, ο συγγραφέας προσθέτει ότι στο χωριό λειτουργούσαν διακόσια μαγαζιά.3

Σύμφωνα με τον Ιερεμία Τσελεμπί Κιομουρτζιάν, οι κάτοικοι του Νεοχωρίου στη συντριπτική πλειονότητά τους ήταν Ρωμιοί. Αναφέρει ότι στο χωριό διαβιούσαν και Τούρκοι και λίγοι Αρμένιοι. Ως προς το επάγγελμα οι Ρωμιοί ήταν κυρίως βαρκάρηδες ή καπετάνιοι. Σύμφωνα πάντα με τον Κιομουρτζιάν, οι πλούσιοι καραβοκύρηδες του Νεοχωρίου ταξίδευαν προς το Δούναβη, τη Μαύρη θάλασσα και την Κάφα της Κριμαίας μεταφέροντας ως επί το πλείστον ξύλα, σιτάρι, κριθάρι και κεχρί.4

Σύμφωνα με τον Αρμένιο συγγραφέα του 18ου αιώνα Ιντζιτζιάν, αν και το Νεοχώρι θεωρούνταν χωριό, έμοιαζε ωστόσο με μικρή πολιτεία. Οι κάτοικοί του πλήρωναν περισσότερους φόρους σε σύγκριση με τα άλλα χωριά στο Βόσπορο και οι Νηχωρίτες ήταν αναγκασμένοι να συμμετέχουν στον οθωμανικό στόλο προσφέροντας συγκεκριμένο αριθμό ατόμων.5

Ο Σκαρλάτος Βυζάντιος αναφέρει ότι το Νηχώρι ήταν «το μεγαλήτερον ίσως των επί του Βοσπόρου χωρίων». Σύμφωνα με το συγγραφέα, το χωριό αυτό ήταν «συνοικούμενον το πλείστον υπό Χριστιανών, και έχον τρεις εκκλησίας, και ισάριθμους, από των εκκλησιών παρωνυμουμένας, ενορίας, την του Αγίου Νικολάου, την του Αγίου Γεωργίου, μετόχιον Αγιοταφικόν, και την της Παναγίας εις το καλούμενον Κιόϋ-μπασί ή Κεφαλοχώριον». Προσθέτει επίσης ότι οι κάτοικοι του χωριού «διακρίνονται, καθώς και οι του Μεγάλου Ρεύματος και των Θεραπείων, ως οι επιτηδειότεροι των κωπηλατών και αλιέων του Καταστένου».6

Το Γενίκιοϊ, ακόμα και μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1923, παρέμεινε μία από τις σημαντικότερες ρωμαιορθόδοξες κοινότητες της Κωνσταντινούπολης. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το 1949 η εν λόγω κοινότητα αποτελούνταν από 135 οικογένειες.7 Λίγα χρόνια αργότερα, το 1955, και σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο Χριστόφορος Χρηστίδης από το προσωπικό αρχείο του, η κοινότητα του Γενίκιοϊ αποτελούνταν από 220 οικογένειες.8

Σταδιακά και αυτή η κοινότητα άρχισε να παρακμάζει δημογραφικά, λόγω τόσο της μετοικεσίας προς πιο κεντρικές κοινότητες της Πόλης όσο και των αντιμειονοτικών μέτρων που υιοθετήθηκαν στο πλαίσιο όξυνσης των διμερών σχέσεων Ελλάδας και Τουρκίας τις επόμενες δεκαετίες, με κύρια αιτία το Κυπριακό.

2.2. Εκκλησιαστική υπαγωγή – Εκκλησίες – Αγιάσματα

Η δικαιοδοσία της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως σταματά στο Νηχώρι. Οι περιοχές που εκτείνονται βόρεια του Νηχωρίου υπάγονται στη δικαιοδοσία της Μητρόπολης Δέρκων.

Η εκκλησία του Αγίου Νικολάου είναι κτίσμα του 1818. Στον περίβολο του ναού βρίσκονται οι τάφοι του Αλεξάνδρου και του Στεφάνου Καραθεοδωρή, σημαντικών προσωπικοτήτων της ορθόδοξης κοινότητας αλλά και του οθωμανικού κράτους.9 Ο ναός της Κοιμήσεως Θεοτόκου Κουμαριωτίσσης βρίσκεται στην οδό που ανεβαίνει τον Άνω Βόσπορο στην αριστερή πλευρά. Η ονομασία Κουμαριώτισσα οφείλεται σε μια εικόνα που βρέθηκε μέσα σε μία κουμαριά.10 Στην περιοχή αυτή υπήρχε δάσος με πολλά κούμαρα και γι’ αυτό ονομαζόταν και Κόμαρον.11

Όπως προαναφέρθηκε, το χωριό είχε τρεις ενορίες. Την ενορία του Αγίου Νικολάου χώριζε από το συνοικισμό του Κεφαλαιοχωρίου, γύρω από το ναό της Παναγίας της Κουμαριώτισσας, ένα ρυάκι. Η ενορία του Αγίου Νικολάου ήταν από τις πλουσιότερες όλης της Αρχιεπισκοπής της Κωνσταντινούπολης. Η τρίτη ενορία, που ήταν και η φτωχότερη, είχε συγκροτηθεί γύρω από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που ήταν Αγιοταφικό μετόχι.12

Σημαντικό αγίασμα στην περιοχή ήταν το αγίασμα που τιμόταν στο όνομα της Αγίας Παρασκευής. Πανηγύριζε στις 26 Ιουλίου. Παλαιότερα, από τα έσοδα του αγιάσματος επωφελούνταν οι Αγιοταφίτες κληρικοί που διέμεναν στο κοντινό Αγιοταφικό Μετόχι. Άλλα σημαντικά αγιάσματα της περιοχής είναι η Παναγία της Φάτνης (Αχουριώτισσα) και ο Άγιος Χαράλαμπος. Σήμερα δεν υπάρχουν πλέον τα αγιάσματα του Αγίου Θεράποντος, της Αγίας Βλαχέρνας, του Αγίου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ελένης και της Αγίας Τριάδος.13

2.3. Νεκροταφείο – Συγκοινωνία

Το νεκροταφείο του Άνω Νεοχωρίου βρίσκεται πάνω από το ναό του Αγίου Γεωργίου που είναι Μετόχι του Πανάγιου Τάφου. Το νεκροταφείο δε διαθέτει ξεχωριστή εκκλησία, ενώ μέσα στο χώρο του υπάρχει το αγίασμα του Αγίου Χαραλάμπους.14

Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα η σύνδεση της Κωνσταντινούπολης με το Γενίκιοϊ γινόταν μόνο με καΐκια και άμαξες. Όταν όμως ξεκίνησαν οι τακτικές διαδρομές των πλοίων, το χωριό συνδέθηκε με την Κωνσταντινούπολη. Έτσι, με την έλευση του ατμόπλοιου και την καθιέρωση τακτικών δρομολογίων η περιοχή εντάχθηκε στον αστικό ιστό και μετατράπηκε σε προάστιο της πόλης. Όπως και τα Θεραπειά και το Μπουγιούκντερε, έτσι και το Γενίκιοϊ αποτέλεσε ένα από τα προσφιλέστερα μέρη θερινής διαμονής των χριστιανών και γι’ αυτό διέθετε πολλά ξενοδοχεία.15

Το Νεοχώρι ήταν γνωστό και φημισμένο και για τους φούρνους του. Τα πλοία που σάλπαραν για τον Εύξεινο Πόντο εφοδιάζονταν από το χωριό με παξιμάδια για το ταξίδι.16 Ο Εβλιγιά Τσελεμπί αναφέρει ότι σε αυτό λειτουργούσαν 100 φούρνοι που παρασκεύαζαν παξιμάδια.17

2.4. Εκπαίδευση

Το συνοδικό γράμμα του Πατριάρχη Σαμουήλ του Χαντζερή μάς πληροφορεί ότι ήδη από το 1764 είχε συσταθεί στο χωριό «η εν Νεοχωρίω του Βοσπόρου κοινή σχολή». Ο Μανουήλ Γεδεών αναφέρει ότι «Τρίτη κατά την ηλικίαν εκ των εν Βοσπόρω σχολών έστιν η του Νεοχωρίου. Πρώτη μεν η του Μ. Ρεύματος υποδείκνυσιν ίχνη της υπάρξεως αυτής και προ του έτους 1750. Δευτέρα η του Διπλοκιονίου, τω 1763 και Τρίτη η του Νεοχωρίου· νοώ δε σχολάς των κοινών γραμμάτων».18 Το 1871 με δωρεά του Χρηστάκη Ζωγράφου ιδρύεται το Εθνικό Ζωγράφειο Παρθεναγωγείο.19 Το σχολείο αυτό μετέπειτα μετατράπηκε σε μεικτό και για πολλά χρόνια λειτούργησε ως δημοτική σχολή της κοινότητας του Νεοχωρίου.20 Το 1884 η κοινότητα διέθετε ένα δημοτικό σχολείο, που ήταν γνωστό ως Ιωαννίδειο, και το οποίο είχε ιδρυθεί το 1843. Στο σχολείο αυτό φοιτούσαν 142 μαθητές. Παράλληλα, υπήρχε και μια Ελληνική Σχολή με 44 μαθητές και το Ζωγράφειο Παρθεναγωγείο με 140 μαθήτριες. Συνολικά, ο αριθμός των μαθητών και μαθητριών ανερχόταν σε 326. Όμως, το 1949 στο σχολείο της κοινότητας φοιτούσαν 80 μαθητές και μαθήτριες.21 Αργότερα, το 1955 η κοινότητα διέθετε ένα εξατάξιο δημοτικό σχολείο και ένα σχολικό συσσίτιο, που έτρεφε καθημερινά 38 μαθητές και 38 άπορες οικογένειες.22 Μετά τα γεγονότα της 6ης-7ης Σεπτεμβρίου 1955 ανακαινίστηκε το κτήριο της Αστικής Σχολής Νεοχωρίου, που είχε χτιστεί το 1870. Η Αστική Σχολή βοηθούνταν ήδη οικονομικά από το Σύνδεσμο προς ενίσχυση των Σχολών, που είχε στο μεταξύ δημιουργηθεί.23

2.5. Σύλλογοι

Και σε αυτή την κοινότητα παρατηρείται από τα μέσα του 19ου αιώνα μια έκρηξη στην ίδρυση συλλόγων και αδελφοτήτων, στο πλαίσιο της γενικότερης σωματειακής οργάνωσης της εποχής. Από αδελφότητες στην κοινότητα του Νεοχωρίου αναφέρουμε την Αδελφότητα της Αγίας Βαρβάρας, καθώς και την «εν Νεοχωρίω του Βοσπόρου Αδελφότητα Φιλοπτώχων Κυριών» που δραστηριοποιήθηκε, απ’ όσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, στη διάρκεια της δεκαετίας του 1860.24 Κατά την περίοδο της ανακωχής του Μούδρου, οπότε και ιδρύονται αρκετοί νέοι σύλλογοι, δραστηριοποιήθηκε ο βραχύβιος Ελληνικός Σύλλογος Φιλομούσων «Η Αναγέννησις».25 Το 1950 λειτουργούσαν δύο φιλόπτωχες αδελφότητες στην περιοχή.26 Όμως, το 1955 υπήρχαν μια φιλόπτωχος αδελφότητα και ένας δραστήριος μορφωτικός σύνδεσμος.27

1. Taşçıoğlu, T., “Yeniköy”, Dünden Bugüne İstanbul Ansiklopedisi 7 (İstanbul 1994), σελ. 485.

2. Evliya Çelebi, Evliya Çelebi Seyahatnamesi 1-2 (İstanbul 1975), σελ. 317.

3. Evliya Çelebi, Evliya Çelebi Seyahatnamesi 1-2 (İstanbul 1975), σελ. 317.

4. Kömürciyan, E.Ç., İstanbul Tarihi. XVII asırda İstanbul (İstanbul 1988), σελ. 42-43.

5. Taşçıoğlu, T., “Yeniköy”, Dünden Bugüne İstanbul Ansiklopedisi 7 (İstanbul 1994), σελ. 186.

6. Βυζάντιος, Σ., Η Κωνσταντινούπολις. Περιγραφή Τοπογραφική, Αρχαιολογική και Ιστορική (Αθήνα 1862), σελ. 143.

7. Σταματόπουλος, Κ.Μ., Η τελευταία αναλαμπή. Η κωνσταντινουπολίτικη ρωμηοσύνη στα χρόνια 1948-1955 (Αθήνα 1996), σελ. 291.

8. Σταματόπουλος, Κ.Μ., Η τελευταία αναλαμπή. Η κωνσταντινουπολίτικη ρωμηοσύνη στα χρόνια 1948-1955 (Αθήνα 1996), σελ. 172.

9. Γκίνης, Ν. – Στράτος, Κ., Εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης (Αθήνα 1999), σελ. 133.

10. Οικουμενικόν Πατριαρχείον, Οικουμενικόν Πατριαρχείον Ημερολόγιον 2008 (Αθήνα 2007), σελ. 181-182· Γκίνης, Ν. – Στράτος, Κ., Εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης (Αθήνα 1999), σελ. 134-135.

11. Gyllius, P., İstanbul Boğazı (De Bosporo Thracio), Eren (İstanbul 2000), σελ. 127-128.

12. Μήλλας, Α., Σφραγίδες Κωνσταντινουπόλεως. Ενορίες Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής (Αθήνα 1996), σελ. 484.

13. Ατζέμογλου, Ν., Τα Αγιάσματα της Πόλης (Αθήνα 1990), σελ. 113-115.

14. Πάπας, Α., «Σημειώσεις επί των Ορθοδόξων Νεκροταφείων της Πόλης κατά τον ΙΘ΄ και Κ΄ Αιώνα», Η Καθ’ Ημάς Ανατολή Ε (Αθήνα 2000), σελ. 35.

15. Φραγκούδης, Γ.Σ., Η Κωνσταντινούπολις. Περιγραφή Τοπογραφική, Αρχαιολογική και Ιστορική Β (Αθήνα 1901), σελ. 243.

16. Taşçıoğlu, T., “Yeniköy”, Dünden Bugüne İstanbul Ansiklopedisi  7 (İstanbul 1994), σελ. 485-486.

17. Evliya Çelebi, Evliya Çelebi Seyahatnamesi 1-2 (İstanbul 1975), σελ. 317.

18. Γεδεών, Μ., Παιδεία και Πτώχεια Παρ’ Ημίν Κατά τους Τελευταίους Αιώνας (Κωνσταντινούπολη 1893), σελ. 55-58.

19. Μήλλας, Α., Σφραγίδες Κωνσταντινουπόλεως. Ενορίες Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής (Αθήνα 1996), σελ. 485.

20. Büyükkarcı, S., Türkiye’de Rum Okulları (Konya 2003), σελ. 156.

21. Σταματόπουλος, Κ.Μ., Η τελευταία αναλαμπή. Η κωνσταντινουπολίτικη ρωμηοσύνη στα χρόνια 1948-1955 (Αθήνα 1996), σελ. 291.

22. Σταματόπουλος, Κ.Μ., Η τελευταία αναλαμπή. Η κωνσταντινουπολίτικη ρωμηοσύνη στα χρόνια 1948-1955 (Αθήνα 1996), σελ. 172.

23. Σταματόπουλος, Κ.Μ., Η τελευταία αναλαμπή. Η κωνσταντινουπολίτικη ρωμηοσύνη στα χρόνια 1948-1955 (Αθήνα 1996), σελ. 109, 148.

24. Μαμώνη, Κ. – Ιστικοπούλου, Λ., Γυναικείοι σύλλογοι στην Κωνσταντινούπολη (1861-1922) (Αθήνα 2002), σελ. 116, 185.

25. Μήλλας, Α., Σφραγίδες Κωνσταντινουπόλεως. Ενορίες Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής (Αθήνα 1996), σελ. 485.

26. Σταματόπουλος, Κ.Μ., Η τελευταία αναλαμπή. Η κωνσταντινουπολίτικη ρωμηοσύνη στα χρόνια 1948-1955 (Αθήνα 1996), σελ. 169.

27. Χρηστίδης, Χ., Τα Σεπτεμβριανά (Αθήνα 2000), σελ. 301.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>