Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Χρυσοτρίκλινος

Συγγραφή : Kostenec Jan (4/6/2008)
Μετάφραση : Πέτρακα Ελένη

Για παραπομπή: Kostenec Jan, «Χρυσοτρίκλινος»,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12441>

Chrysotriklinos (27/7/2009 v.1) Χρυσοτρίκλινος (12/7/2011 v.1) 
 

1. Εισαγωγή

Χτισμένος τον 6o αιώνα, ο Χρυσοτρίκλινος (χρυσή αίθουσα) βρισκόταν στη νότια πλευρά του Μεγάλου Παλατιού, πιθανότατα κοντά και βόρεια του τελευταίου σωζόμενου τμήματος της παραθαλάσσιας πρόσοψης και της κλιμακωτής αποβάθρας του ανακτόρου του Βουκολέοντος.1 Αποτελούσε τη σημαντικότερη αίθουσα υποδοχής και παράθεσης δείπνων στην αυτοκρατορική κατοικία των Μέσων Βυζαντινών χρόνων και ταυτόχρονα την καρδιά και το νευρικό σύστημα του ανακτόρου. Ο Χρυσοτρίκλινος ήταν επίσης ο χώρος, όπου τελούνταν το καθημερινό αυτοκρατορικό τυπικό κατά τη Μεσοβυζαντινή περίοδο.2

2. Αρχιτεκτονική

Η πραγματεία Περί βασιλείου τάξεως του 10ου αιώνα αναφέρεται σε οκτώ τόξα ή καμάρες στο εσωτερικό του Χρυσοτρίκλινου, από τις οποίες η ανατολική ήταν σίγουρα αψίδα, καθώς αναφέρεται επίσης ως κόγχη. Είναι γνωστό ότι η κατασκευή καλυπτόταν με τρούλο και το εσωτερικό φωτιζόταν από δεκαέξι παράθυρα και από έναν ακαθόριστο αριθμό μικρότερων παραθύρων (των οποίων το άνοιγμα καλυπτόταν πιθανώς με αλάβαστρο). Με βάση τις πληροφορίες αυτές, ο Χρυσοτρίκλινος μπορούσε να αναπαρασταθεί ως οκταγωνική θολωτή αίθουσα. Η κυρία είσοδος της αίθουσας ήταν στη δυτική πλευρά και σε αυτήν οδηγούσε ένα προστώο που ονομάζεται Τριπέτων ή Ωρολόγιον (κατά πάσα πιθανότητα επειδή εκεί υπήρχε κάποιος μηχανισμός ρολογιού). Η ανατολική αψίδα της αίθουσας ήταν το σημείο όπου βρισκόταν ο αυτοκρατορικός θρόνος κατά τη διάρκεια των επίσημων ακροάσεων.3

Σε αντίθεση με την ανατολική αψίδα, οι δευτερεύοντες θολωτοί χώροι που υπήρχαν στις έξι πλευρές του οκταγώνου, στο βόρειο και στο νότιο τμήμα του, απομονώνονταν από τον κεντρικό πυρήνα με παραπετάσματα (βήλα). Ως εκ τούτου, είναι ασαφές κατά πόσο υπήρχαν αψίδες (και αν υπήρχαν, πόσες ήταν αυτές) πίσω από τα παραπετάσματα που κρέμονταν στις καμάρες. Πρέπει εντούτοις να υπενθυμίσουμε ότι η περιγραφή του Χρυσοτρίκλινου στο Περί βασιλείου τάξεως, όπου γίνεται αναφορά σε αυτά τα παραπετάσματα, χρονολογείται στη Μεσοβυζαντινή περίοδο και είναι επομένως πιθανό η αρχική κάτοψη της οκταγωνικής αίθουσας του 6ου αιώνα να περιλάμβανε περισσότερες αψίδες ή κόγχες, εκτός από την ανατολική, αν μάλιστα λάβουμε υπόψη παρόμοιες περιπτώσεις από την Ύστερη Αρχαιότητα. Ο Χρυσοτρίκλινος έχει συγκριθεί με τους ναούς των Αγίων Σεργίου και Βάκχου (το σημερινό Küçük Ayasofya Camii) του 6ου αιώνα, τον Άγιο Βιτάλιο (στη Ραβέννα) και τον Άγιο Ιωάννη στο Έβδομον (προάστιο της Κωνσταντινούπολης, το σημερινό Bakirköy), που ανάγονται στον 6ο αιώνα.4 Αν και αυτά τα ναϊκά οικοδομήματα περιλαμβάνουν έναν οκταγωνικό πυρήνα, μια τέτοιου είδους σύγκριση παραμένει εντούτοις επιφανειακή. Οι εκκλησίες αυτές διαθέτουν (ή διέθεταν, στην περίπτωση του Αγίου Ιωάννη στο Έβδομον, που δε σώζεται) ένα ισόγειο περίστωο και πάνω από αυτό υπερώο, που αγκαλιάζουν τον οκταγωνικό πυρήνα. Ωστόσο τα περίστωα και τα υπερώα ήταν λειτουργικοί χώροι στις εκκλησίες· από την άλλη, στις κοσμικού χαρακτήρα αίθουσες ακρόασης ή παράθεσης δείπνων ήταν περιττά.

Περισσότερο μπορούν να μας βοηθήσουν να ανασυστήσουμε τη μορφή και την κάτοψη του Χρυσοτρίκλινου τα παλάτια της Ύστερης Αρχαιότητας και, έως ένα σημείο, μικρότερα θρησκευτικά οικοδομήματα, όπως τα βαπτιστήρια. Σε αυτήν την κατεύθυνση κινούνται δύο εκδοχές σχετικά με την κάτοψή του: 1) Το πολυγωνικό σχέδιο πρέπει να ήταν πλήρως αναγνωρίσιμο τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό του κτηρίου: ημικυκλικές αψίδες ή κόγχες σε όλες τις πλευρές, πλην εκείνης της εισόδου, πρέπει να ήταν κατασκευασμένες είτε μέσα στο πάχος του τοίχου5 ή πρόβαλλαν από τον οκταγωνικό πυρήνα εξωτερικά.6 2) Το κτήριο ίσως ήταν στο κατώτερο τμήμα του εξωτερικά τετράγωνο και εσωτερικά οκταγωνικό σε κάτοψη, με εσωτερικές ημικυκλικές αψίδες σε καθεμιά από τις τέσσερις γωνίες του και μια αψίδα στον κύριο άξονα, απέναντι από την είσοδο. Οι δύο «πλάγιες» πλευρές του οκταγώνου (αυτές χωρίς αψίδες) θα μπορούσαν να έχουν μεγάλα ανοίγματα (τα οποία θα αποκαλούνταν καμάραι, σύμφωνα με την ορολογία του Περί βασιλείου τάξεως). Μόνο το ανώτερο τμήμα του κτηρίου, το οποίο καλυπτόταν με τρούλο, θα ήταν πολυγωνικό στο εξωτερικό, αποκαλύπτοντας με αυτό τον τρόπο το εσωτερικό σχέδιο.7 Και στις δύο περιπτώσεις οι κόγχες, αν ήταν αρκετά μεγάλες, θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν ημικυκλικά θρανία (σίγμα ή stibadium), κάτι αρκετά σύνηθες στις αίθουσες δείπνων της Ύστερης Αρχαιότητας.8

Όσον αφορά τη θολωτή στέγαση του οκταγωνικού πυρήνα του Χρυσοτρίκλινου, φαίνεται ότι υπάρχουν δύο δυνατές εκδοχές: 1) Ένας δεκαεξάπλευρος τρούλος τον οποίο θα έφεραν οκτώ μεγάλες αψίδες που θα εκφύονταν από οκτώ πεσσούς. Σε καθεμιά από τις δεκαέξι πλευρές του τρούλου θα υπήρχε από ένα παράθυρο.9 2) Ένας χαμηλός, χωρίς ανοίγματα, τρούλος, του οποίου η καμπύλη θα ήταν παρόμοια με εκείνη των τεσσάρων σφαιρικών τριγώνων. Τα παράθυρα θα ανοίγονταν στην τοιχοποιία του ανώτερου οκταγωνικού τμήματος της κατασκευής, πάνω από τους οκτώ πεσσούς. Θα υπήρχαν λοιπόν δύο παράθυρα σε κάθε πλευρά του οκταγώνου.10

3. Παρακείμενα δωμάτια

Πολλοί (αν όχι όλοι) από τους επικουρικούς χώρους που βρίσκονταν συγκεντρωμένοι γύρω από το Χρυσοτρίκλινο φαίνεται ότι μάλλον ήταν ανεξάρτητες κατασκευές παρά αψίδες στις αντίστοιχες πλευρές του οκταγωνικού πυρήνα της αίθουσας, κρίνοντας από όσα αναφέρονται στο Περί βασιλείου τάξεως για τις λειτουργίες τους. Η καμάρα αμέσως στα αριστερά της ανατολικής αψίδας έβλεπε στο παρεκκλήσιο του Αγίου Θεοδώρου και στο θησαυροφυλάκιο, ενώ υπήρχε και ένα σκευοφυλάκιο για τον αυτοκράτορα. Η καμάρα στο βόρειο τμήμα του οκταγώνου ανοιγόταν στο Πάνθεον, όπου οι επίσημοι πρέπει να περίμεναν πριν από τις τελετές. Η αίθουσα δίπλα στο Πάνθεον, κοντά στη δυτική είσοδο του Χρυσοτρίκλινου, προσβάσιμη από τη βορειοδυτική καμάρα, χρησιμοποιούνταν για δωμάτιο του οικονόμου· υπήρχε εκεί και ένα θρανίο, πάνω στο οποίο ο κλειδοκράτορας του ανακτόρου τοποθετούσε τα κλειδιά όταν άνοιγε το Χρυσοτρίκλινο. Οι καμάρες στο νότιο τμήμα του οκταγώνου οδηγούσαν στα αυτοκρατορικά διαμερίσματα και σε μια ιδιωτική αίθουσα δείπνου για τους αυτοκράτορες. Ένα από τα νότια δωμάτια χρησιμοποιούνταν από τον πατριάρχη: έβγαζε εκεί το επιτραχήλιό του, αφότου ευλογούσε το φαγητό στα επίσημα γεύματα.11

4. Διακόσμηση

Η αρχική διακόσμηση του 6ου αιώνα του Χρυσοτρίκλινου είναι άγνωστη. Παρ’ όλα αυτά είναι προφανές ότι, στη Μεσοβυζαντινή περίοδο, η αίθουσα ήταν διακοσμημένη με εικονιστικά ψηφιδωτά ημιθρησκευτικού χαρακτήρα που πραγματοποιήθηκαν από το Μιχαήλ Γ΄ (842-867) μετά τη λήξη της Εικονομαχίας. Το γνωστότερο ψηφιδωτό απεικόνιζε το Χριστό και κοσμούσε την ανατολική αψίδα, όπου βρισκόταν ο θρόνος. Ένα άλλο σημαντικό ψηφιδωτό υπήρχε πάνω από τη δυτική πόρτα και απεικόνιζε τη Θεοτόκο πλαισιωμένη από τον προαναφερθέντα αυτοκράτορα και τον πατριάρχη Φώτιο. Επιπλέον, υπήρχαν ψηφιδωτές παραστάσεις των Αποστόλων, μαρτύρων και άλλων αγίων.12 Κάποιες από τις πόρτες ήταν από ασήμι και το ίδιο υλικό χρησιμοποιούνταν και για τους εσωτερικούς κοσμήτες. Επιπλέον, για τα επίσημα γεύματα του Πάσχα και για την υποδοχή σημαντικών φιλοξενούμενων πολλά αντικείμενα μεταφέρονταν στην αίθουσα από άλλα παλατινά κτήρια και από εκκλησίες, προκειμένου η αίθουσα να έχει πιο πολυτελή εμφάνιση.13

5. Ο κατασκευαστής του Χρυσοτρίκλινου

Ο Χρυσοτρίκλινος αποδίδεται από το σύνολο σχεδόν της σύγχρονης βιβλιογραφίας στον αυτοκράτορα Ιουστίνο Β΄ (565-578). Αν και μπορεί να είναι σωστό, πρέπει να σημειώσουμε εντούτοις ότι μια τέτοια απόδοση δεν είναι βέβαιη: κατ’ αρχάς, δεν υπάρχει σύγχρονη πηγή που να αναφέρει ότι ο Ιουστίνος Β΄ έχτισε αυτή την αίθουσα. Έπειτα, αν διαβάσουμε προσεκτικά τις υπάρχουσες βυζαντινές πηγές, θα δούμε ότι μόνο ο Λέων ο Γραμματικός αποδίδει το Χρυσοτρίκλινο στον Ιουστίνο Β΄.14 Στο λεξικό του Σούδα υποστηρίζεται ότι χτίστηκε από τον Ιουστίνο Α΄,15 ο Ψευδο-Κωδινός το θεωρεί κτίσμα του Ιουστινιανού Β΄16 και ο Ιωάννης Ζωναράς17 λέει ότι ο Ιουστίνος Β΄ ανακαίνισε το Χρυσοτρίκλινο. Σε αυτή την κατεύθυνση, αξίζει να σημειώσουμε την υπόθεση του E. Bolognesi, ότι ο Χρυσοτρίκλινος μπορεί να ταυτίζεται με την Επτάκογχο αίθουσα του ιουστινιάνειου ανακτόρου του Ορμίσδα· το παλάτι αυτό βρίσκεται κοντά στους Αγίους Σέργιο και Βάκχο και τελικά αποτέλεσε τμήμα του συγκροτήματος του Μεγάλου Παλατιού. Η ονομασία της Επτακόγχου υποδηλώνει ότι επρόκειτο για ένα (πιθανώς περίκεντρο) οικοδόμημα με επτά αψίδες, όπως ο Χρυσοτρίκλινος.18 Επομένως, το κτήριο μπορεί να χτίστηκε από τον Ιουστινιανό Α΄ (527-565), αλλά είναι πολύ πιθανό να ανακαινίστηκε από τον Ιουστίνο Β΄, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο διάδοχος του Ιουστίνου Β΄, ο Τιβέριος, λέγεται ότι διακόσμησε το εσωτερικό του.19 Επιπλέον, η υπόθεση του Bolognesi εξηγεί με λογικά επιχειρήματα γιατί η Χρυσοτρίκλινος βρισκόταν τόσο κοντά στο θαλάσσιο τείχος και τόσο μακριά από τον κωνσταντίνειο πυρήνα της αυτοκρατορικής κατοικίας.20

1. Ο A.M. Schneider τοποθέτησε το Χρυσοτρίκλινο υποθετικά στα βόρεια και κοντά στην κλιμακωτή αποβάθρα ήδη από τη δεκαετία του 1930. Βλ. Schneider, A.M., Byzanz. Vorarbeiten zur Topographie und Archäologie der Stadt (IstForsch 8, Berlin 1936), σελ. 29. Για την τοποθεσία του Χρυσοτρίκλινου βλ. επίσης Mango, C., “The Palace of the Boukoleon”, Cahiers Archéologiques 45 (1997), σελ. 45-46, εικ. 5. Το συγκρότημα της αυτοκρατορικής κατοικίας στην Κωνσταντινούπολη ήταν χτισμένο σε επίπεδα που κατέρχονταν βαθμιαία από το ανάκτορο του Μεγάλου Κωνσταντίνου δίπλα στον Ιππόδρομο προς τη θάλασσα του Μαρμαρά. Η νότια πλευρά του Μεγάλου Παλατιού, πάνω από την αυτοκρατορική αποβάθρα, αποτέλεσε το επίκεντρο της καθημερινής ζωής στο ανάκτορο από τον 9ο αιώνα και εξής και αποκαλούνταν Ιερό Παλάτιο και αργότερα ανάκτορο του Βουκολέοντος. Η συστηματικότερη ανάπτυξη αυτού του νότιου τμήματος ξεκίνησε, σύμφωνα με τις γραπτές πηγές, από τους αυτοκράτορες Θεόφιλο (829-842) και Βασίλειο Α΄ (867-886), δηλαδή τον 9ο αιώνα. Εντούτοις, η ανέγερση των βασικών κτηρίων έγινε πριν από τη βασιλεία τους: Ο Χρυσοτρίκλινος του 6ου αιώνα συνδεόταν με την αίθουσα που ονομαζόταν «Ιουστινιανός», που βρισκόταν ακόμα βορειότερα, στην κατώτερη βαθμίδα του κωνσταντίνειου παλατιού, μέσω του Λαυσιακού – ανακτορικές κατασκευές που αποδίδονται αμφότερες στον Ιουστινιανό Β΄ (685-695, 705-711). Ο Ιουστινιανός Β΄ λέγεται επίσης ότι πρόσθεσε δύο αύλειους χώρους με σιντριβάνια, για τις ακροάσεις των φατριών του Ιπποδρόμου (οι Φιάλαι των Πράσινων και των Βένετων). Τελικά, παρήγγειλε αυτό το νότιο τμήμα να περιφραχθεί με περίβολο. Στα ανατολικά (ή στα νοτιοανατολικά) του Χρυσοτρίκλινου βρισκόταν ο ναός της Θεοτόκου του Φάρου, το κατεξοχήν ανακτορικό παρεκκλήσιο, και ο ίδιος ο Φάρος. Ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Β΄ Φωκάς (963-969) μετέτρεψε το νότιο τμήμα του Μεγάλου Παλατιού σε ένα είδος οχυρωμένου κάστρου. Σε αυτήν τη συντετμημένη του μορφή το παλάτι έγινε γνωστό ως Βουκολέων. Για την ανάπτυξη της νότιας περιοχής του Μεγάλου Παλατιού, βλ. Mango, C., ό.π., σελ. 41-50· Kostenec, J., “The Heart of the Empire: The Great Palace of the Byzantine Emperors Reconsidered”, στο Dark, K.R. (επιμ.), Secular Buildings and the Archaeology of Everyday Life in the Byzantine Empire (Oxford 2004), σελ. 25-27· Bardill, J., “Visualizing the Great Palace of the Byzantine Emperors at Constantinople”, στο Bauer, F.A. (επιμ.), Visualisierungen von Herrschaft: Frühmittelalterliche Residenzen- Gestalt und Zeremoniell (BYZAS 5, Istanbul 2006), σελ. 23-40. Σε αντίθεση με το κωνσταντίνειο τμήμα του Μεγάλου Παλατιού, όπου διάφορες μεγάλες αίθουσες υπηρετούσαν συγκεκριμένους σκοπούς, στο μεταγενέστερο παλάτι πολλές επίσημες τελετές συγκεντρώθηκαν σε ένα κτήριο, το Χρυσοτρίκλινο. Χρησιμοποιήθηκε ως αίθουσα ακροάσεων και παράθεσης δείπνων και τα βοηθητικά του δωμάτια υπηρέτησαν διάφορες άλλες ανάγκες.

2. Το παλάτι άνοιγε τις πύλες του κάθε μέρα μετά την αυγή και οι κρατικοί λειτουργοί περίμεναν στην αίθουσα του Ιουστινιανού το λογοθέτη, ο οποίος έφερνε στο Χρυσοτρίκλινο μόνον εκείνους τους οποίους ο αυτοκράτορας επιθυμούσε να δει κάθε φορά. Αφότου ολοκληρωνόταν η ακρόαση, ο θυρωρός σήμαινε τη λήξη της συνεδρίας κουνώντας τα κλειδιά του και οι αξιωματούχοι έφευγαν από το Χρυσοτρίκλινο. Featherstone, M., “The Great Palace as Reflected in the De Cerimoniis”, στο Bauer, F.A. (επιμ.), Visualisierung von Herschaft: Frühmittelalterliche Residenzen- Gestalt und Zeremoniell (BYZAS 5, Istanbul 2006), σελ. 54-55.

3. Σε άλλες περιπτώσεις, ο αυτοκράτορας καθόταν σε ένα θρόνο, έκκεντρο σε σχέση με τον κεντρικό άξονα της αίθουσας, και μπορούσε να διασχίσει το εσωτερικό του οκταγώνου και να εξέλθει από μια επάργυρη θύρα στην ανατολική αψίδα στο επίπεδο του Φάρου, όπου βρισκόταν το παλατινό παρεκκλήσιο της Θεοτόκου. Για την αρχιτεκτονική του Χρυσοτρίκλινου, όπως περιγράφεται στο Περί βασιλείου τάξεως, βλ. Featherstone, J.M., “The Chrysotriklinos Seen Through De Cerimoniis”, στο Hoffmann, L. (επιμ.), Zwischen Polis, Provinz und Peripherie. Beiträge zur byzantinischen Geschichte und Kultur (Wiesbaden 2005), σελ. 834-837.

4. Ebersolt, J., Le Grand Palais de Constantinople et le Livre des Cérémonies (Paris 1910), σελ. 77-92· Krautheimer, R. – Ćurčić, S., Early Christian and Byzantine Architecture4 (Harmondsworth 1986), σελ. 77-78, 231.

5. Όπως το οκτάγωνο στο ανάκτορο του Γαλερίου στη Θεσσαλονίκη, πρώιμος 4ος αιώνας. Βλ. Vickers, M., “Observations on the Octagon at Thessaloniki”, Journal of Roman Studies 63 (1973), σελ. 111-120.

6. Όπως η εξαγωνική αίθουσα του ανακτόρου του Αντιόχου στην Κωνσταντινούπολη, πρώιμος 5ος αιώνας. Βλ. Müller-Wiener, W., Bildlexikon zur Topographie Istanbuls (Tübingen 1977), σελ. 122-125.

7. Όπως το βαπτιστήριο του 6ου αιώνα στη νοτιοδυτική γωνία της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη και το λεγόμενο Βυζαντινό Μέγαρο στην Έφεσο. Βλ. Mathews, T.F., The Byzantine Churches of Istanbul: A Photographic Survey (University Park Pa. – London 1976), σελ. 311-312· Dark, K.R. – Kostenec, J., “The Byzantine Patriarchate in Constantinople and the Baptistery of the Church of Hagia Sophia”, Architectura 36:2 (2006), σελ. 113-130.

8. Το ίδιο πρέπει να ισχύει και με τον αρχικό Χρυσοτρίκλινο του 6ου αιώνα. Ωστόσο, οι αυτοκράτορες και οι επισκέπτες τους δε δειπνούσαν ανακεκλιμένοι στο Χρυσοτρίκλινο το 10ο αιώνα, όταν συντάχθηκε το Περί βασιλείου τάξεως.

9. Σε αυτή την περίπτωση, ο τρούλος του Χρυσοτρίκλινου πρέπει να ήταν παρόμοιος με αυτόν των παρακείμενων Αγίων Σεργίου και Βάκχου, με τη διαφορά ότι ο τελευταίος έχει μόνο οκτώ παράθυρα, καθώς οι υπόλοιπες οκτώ πλευρές του τρούλου έχουν μικρές εξωτερικές αντηρίδες.

10. Αυτό είναι εντούτοις ασύνηθες για παρόμοια περίκεντρα υστερορωμαϊκά και πρώιμα βυζαντινά κτήρια, τα οποία είχαν μόνο ένα μεγάλο παράθυρο σε κάθε πλευρά (βαπτιστήριο της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, Άγιος Βιτάλιος και τα δύο βαπτιστήρια της Ύστερης Αρχαιότητας στη Ραβέννα, το βαπτιστήριο του Λατερανού κ.λπ.).

11. Για τα παρακείμενα δωμάτια του Χρυσοτρίκλινου, βλ. Featherstone, J.M., “The Chrysotriklinos Seen Through De Cerimoniis”, στο Hoffmann, L. (επιμ.), Zwischen Polis, Provinz und Peripherie. Beiträge zur byzantinischen Geschichte und Kultur (Wiesbaden 2005), σελ. 837-839, εικ. 2· Featherstone, M., “The Great Palace as Reflected in the De Cerimoniis”, στο Bauer, F.A. (επιμ.), Visualisierung von Herschaft: Frühmittelalterliche Residenzen- Gestalt und Zeremoniell (BYZAS 5, Istanbul 2006), σελ. 53.

12. Παλατινή Ανθολογία I.106, Beckby, H. (επιμ.), Anthologia Graeca2 1 (Munich 1965), σελ. 152-153· Mango, C., The Art of the Byzantine Empire 312-14532 (Toronto 1986), σελ. 184.

13. Δύο χρυσά και δύο ασημένια τελετουργικά όργανα υπήρχαν στον προθάλαμο. Στο εσωτερικό της αίθουσας βρίσκονταν οι αυτοκρατορικοί θρόνοι, ανάκλιντρα και μία χρυσή τράπεζα. Το Πενταπύργιον, ένα τεράστιο σκευοφυλάκιο με πέντε θόλους, είχε μεταφερθεί εκεί από τη Μαγναύρα. Επίσης, αρκετοί πολυέλαιοι και στέμματα κρέμονταν από τους θόλους και επισμαλτωμένα αντικείμενα και μανδύες αυτοκρατόρων και αυτοκρατειρών διακοσμούσαν τους τοίχους (για τη μη μόνιμη διακόσμηση του Χρυσοτρίκλινου βλ. ιδ. Featherstone, J.M., «ΔΓ’ ΕΝΔΕΙΞΙΝ: Display in Court Ceremonial (De Cerimoniis II, 15)», στο Cutler, A. – Papaconstantinou, A. (επιμ.), The Material and the Ideal: Essays in Medieval Art and Archaeology in Honour of Jean-Michel Spieser (Brill 2007), σελ. 93-95, 98-99· για το Πενταπύργιον, βλ. Dagron, G., “Architecture d’Intérieur: Le Pentapyrgion”, Travaux et Mémoires 15 (2005), σελ. 109-117.

14. Bekker, I. (επιμ.), Leonis Grammatici Chronographia (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonn 1842), σελ. 132 (πρώιμος 11ος αιώνας).

15. Σούδα, Adler, A. (επιμ.), Suidae Lexicon II (Leipzig 1931, ανατ. 1967), 646 (ύστερος 10ος αιώνας).

16. Ψευδο-Κωδινός, Patria Constantinopoleos III.126, Preger, T. (επιμ.), Scriptores originum Constantinopolitanarum II (Leipzig 1907, ανατ. 1975), σελ. 256 (15ος αιώνας). Δε γνωρίζουμε, ωστόσο, κατά πόσο μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη στην πληροφορία αυτή, βλ. Berger, A., Untersuchungen zu den Patria Konstantinupoleos (ΠΟΙΚΙΛΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ 8, Bonn 1988), σελ. 260.

17. Büttner-Wobst, T. (επιμ.), Ioannis Zonarae epitomae historiarum libri xviii 3 (Corpus scriptorum historiae Byzantinae, Bonn 1897), σελ. 180-181 (πρώιμος 12ος αιώνας).

18. Bolognesi, E., “Il Gran Palazzo”, Bizantinistica 2, (2000), σελ. 236 κ.ε. Η Επτάκογχος αίθουσα αναφέρεται σε σχέση με τη συζήτηση ανάμεσα στους μονοφυσίτες και τους ορθόδοξους επισκόπους το έτος 532. - Acta conciliorum oecumenicorum, ed. E. Schwartz (επίμ.), τόμ IV, τεύχ. 2 (Berlin 1913), σελ. 169.

19. Είναι πιθανό ο Χρυσοτρίκλινος να αναστηλώθηκε από τον Ιουστίνο Β΄ ύστερα από μια πυρκαγιά που κατέστρεψε τμήμα του ανακτόρου του Ορμίσδα μετά το 548. Για την πυρκαγιά, βλ. Bardill, J., “The Church of Sts. Sergius and Bacchus in Constantinople and the Monophysite Refugees”, Dumbarton Oaks Papers 54 (2000), σελ. 7. Για τη διακόσμηση του κτηρίου από τον Τιβέριο (578-582), βλ. Bekker, I. (επιμ.), Leonis Grammatici Chronographia (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonn 1842), σελ. 137 κ.ε.

20. Επί τη βάσει της δήλωσης του Προκοπίου ότι ο Ιουστινιανός Α΄ συνέδεσε την παλαιότερη ιδιωτική του κατοικία, το ανάκτορο του Ορμίσδα, με το Μέγα Παλάτιο αμέσως μετά την ανάρρησή του στο θρόνο, στο Προκόπιος, Περί κτισμάτων 1.1-4, Wirth G. – Haury, J. (επιμ.), Procopii Caesariensis opera omnia 4 (Leipzig 1964), είναι γενικώς αποδεκτό ότι το Μέγα Παλάτιο επεκτάθηκε μέχρι τη θάλασσα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του. Εντούτοις, παρόλο που ήταν στην κατοχή του αυτοκράτορα (και πιθανώς συνδεόταν με το Μέγα Παλάτιο με ένα διάδρομο) το ανάκτορο του Ορμίσδα διατηρούσε την αρχική ονομασία του και παρέμενε εκτός του συμπλέγματος του Μεγάλου Παλατιού μέχρι τον ύστερο 7ο αιώνα (είχε δικό του κουράτορα), οπότε ο Ιουστινιανός Β΄ ανήγειρε κάποια άλλα σημαντικά παλατινά οικοδομήματα σε αυτή την περιοχή και το ενσωμάτωσε στην επίσημη οικία των Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Βλ. Kostenec, J., “The Heart of the Empire: The Great Palace of the Byzantine Emperors Reconsidered”, στο Dark, K.R. (επιμ.), Secular Buildings and the Archaeology of Everyday Life in the Byzantine Empire (Oxford 2004), σελ. 25-27 και Kostenec, J., “Observations on the Great Palace at Constantinople: The Sanctuaries of the Archangel Michael, the Daphne Palace, and the Magnaura”, Reading Medieval Studies 31 (2005), σελ. 28, 47, σημ. 4.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>