1. Πασχάλιον Χρονικόν, Dindorf, L. (ed.) (CSHB, Bonn 1832), σελ. 528· ΨευδοΚωδινός, Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως Ι.55, Preger, T. (ed.) (Leipzig 1907, ανατ. New York 1975), σελ. 142-143. 2. Ζώσιμος, Ιστορία Νέα Β 30.4, Paschoud, F. (ed.) (Paris 1971), σελ. 92· Dagron, G., Η γέννηση μιας πρωτεύουσας. Η Κωνσταντινούπολη και οι θεσμοί της 324-451 (Αθήνα 2000), σελ. 39-40. 3. Θεμίστιος, Λόγ. 18.222c, Downey, G. – Norman, A.F. (eds) (Leipzig 1965). 4. Van Millingen, A., Byzantine Constantinople. The Walls of the City and Adjoining Historical Sites (London 1899), σελ. 15. 5. Janin, R., Constantinople Byzantine. Développement urbaine et répertoire topographique2 (Paris 1964), σελ. 23-5. Tsangadas, C.P., Fortifications of Constantinople (East European Monographs 71, New York 1980), σελ. 34. 6. Πασχάλιον Χρονικόν, Dindorf, L. (ed.) (CSHB, Bonn 1832), σελ. 583. 7. Mango, C., Le développement urbain de Constantinople (IV-VI siècles) (Travaux et Mémoires Monographies 2, Paris 1985), σελ. 25 και σημ. 12. Πρβλ. Dagron, G., Η γέννηση μιας πρωτεύουσας. Η Κωνσταντινούπολη και οι θεσμοί της 324-451 (Αθήνα 2000), σελ. 130-1, σημ. 173: το παλαιότερο τείχος στην ακτή της Προποντίδας ενδεχομένως να πρέπει να αναχθεί στον Σεβήρο, ενώ στον Κεράτιο δεν πρέπει να υπήρχε τείχος πριν από τον Ηράκλειο. 8. Van Millingen, A., Byzantine Constantinople. The Walls of the City and Adjoining Historical Sites (London 1899), χάρτης 1· Janin, R., Constantinople byzantine. Développement urbaine et répertoire topographique2 (Paris 1964), τοπογραφικός χάρτης· Mango, C., Le développement urbain de Constantinople (IV-VI siècles) (Travaux et Mémoires Monographies 2, Paris 1985), σχέδιο II. 9. Van Millingen, A., Byzantine Constantinople. The Walls of the City and Adjoining Historical Sites (London 1899), σελ. 16, σημ. 3. 10. Van Millingen, A., Byzantine Constantinople. The Walls of the City and Adjoining Historical Sites (London 1899), σελ. 16-18. 11. Janin, R., Constantinople byzantine. Développement urbaine et répertoire topographique2 (Paris 1964), σελ. 247. 12. Πασχάλιον Χρονικόν, Dindorf, L. (CSHB, Bonn 1832), σελ. 494: «Τὸ παλαιὸν τεῖχος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τουτέστιν ἀπὸ τοῦ καλουμένου Πετρίου ἔως τῆς πόρτας τοῦ Ἁγίου Αἰμιλιανοῦ, πλησίον τῆς καλουμένης Ράβδου». 13. Van Millingen, A., Byzantine Constantinople. The Walls of the City and Adjoining Historical Sites (London 1899), σελ. 32. 14. Janin, R., Constantinople Byzantine. Développement urbaine et répertoire topographique2 (Paris 1964), σελ. 247. 15. Mango, C., Le développement urbain de Constantinople (IV-VI siècles) (Travaux et Mémoires Monographies 2, Paris 1985), σελ. 24-25. 16. Janin, R., Constantinople byzantine. Développement urbaine et répertoire topographique2 (Paris 1964), σελ. 247. 17. Van Millingen, A., Byzantine Constantinople. The Walls of the City and Adjoining Historical Sites (London 1899), σελ. 21 και σημ. 4. 18. Mango, C., “The Triumphal Way of Constantinople and the Golden Gate”, Dumbarton Oaks Papers 54 (2000), σελ. 175. 19. Van Millingen, A., Byzantine Constantinople. The Walls of the City and Adjoining Historical Sites (London 1899), σελ. 29-30. Αποδίδει το όνομα της πύλης στο άγαλμα του Αττάλου, που μαζί με αυτό του Κωνσταντίνου κοσμούσαν την είσοδο. Τα αγάλματα καταστράφηκαν με το σεισμό του 740, καταστροφή που αναφέρεται από το Θεοφάνη σε σχέση με τις φθορές της στήλης του Αρκαδίου στον Ξηρόλοφο από τον ίδιο σεισμό. 20. Janin, R., Constantinople byzantine. Développement urbaine et répertoire topographique2 (Paris 1964), σελ. 247. 21. Van Millingen, A., Byzantine Constantinople. The Walls of the City and Adjoining Historical Sites (London 1899), σελ. 29. 22. Janin, R., Constantinople Byzantine. Développement urbaine et répertoire topographique2 (Paris 1964), σελ. 247-248· Van Millingen, A., Byzantine Constantinople. The Walls of the City and Adjoining Historical Sites (London 1899), σελ. 76, όπου την ταυτίζει με την πύλη της Πηγής· Mango, C., Le développement urbain de Constantinople (IV-VI siècles) (Travaux et Mémoires Monographies 2, Paris 1985), σελ. 25. 23. Janin, R., Constantinople Byzantine. Développement urbaine et répertoire topographique2 (Paris 1964), σελ. 246. 24. Talbot Rice, D., The great palace of the Byzantine Emperors (Edinburgh 1958), σελ. 62, με εκτενή περιγραφή του εναπομείναντος τμήματος του τείχους. 25. Mango, C., Byzantine Architecture (London 1986), σελ. 9-10. Πρβλ.: Μπούρας, Χ., Ιστορία της Αρχιτεκτονικής 2. Αρχιτεκτονική στο Βυζάντιο, το Ισλάμ και την Δυτική Ευρώπη κατά τον Μεσαίωνα (Αθήνα 1994), σελ. 30: «Ο γενικός χαρακτήρας […] πλησιέστατα προς την ρωμαϊκή παράδοση, ως προς μορφολογικά στοιχεία, οικοδομικούς τρόπους, αρχές της συνθέσεως». 26. Meyer-Plath, B. – Schneider, A.M., Die Landmauer von Konstantinopel (Berlin 1943), σελ. 5. 27. Dagron, G., Η γέννηση μιας πρωτεύουσας. Η Κωνσταντινούπολη και οι θεσμοί της 324-451 (Αθήνα 2000), σελ. 131, αν και ο Tsangadas, C.P., Fortifications of Constantinople (East European Monographs 71, New York 1980), σελ. 7, ακολουθώντας την άποψη του van Millingen, θεωρεί ότι το κωνσταντίνειο τείχος υπήρξε το μόνο τείχος της πόλης επί 80 χρόνια. 28. Dagron, G., Η γέννηση μιας πρωτεύουσας. Η Κωνσταντινούπολη και οι θεσμοί της 324-451 (Αθήνα 2000), σελ. 127-129. 29. Mango, C., Le développement urbain de Constantinople (IV-VI siècles) (Travaux et Mémoires Monographies 2, Paris 1985), σελ. 25. 30. Mango, C., “The Triumphal Way of Constantinople and the Golden Gate”, Dumbarton Oaks Papers 54 (2000), σελ. 175-176. |