Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Αγία Ειρήνη

Συγγραφή : Bogdanović Jelena (4/3/2008)
Μετάφραση : Λαμπαδά Δέσποινα

Για παραπομπή: Bogdanović Jelena , «Αγία Ειρήνη»,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12408>

Hagia Eirene (6/5/2008 v.1) Αγία Ειρήνη (10/4/2008 v.1) 
 

1. Γενική εισαγωγή

Ο ναός της Αγίας Ειρήνης αποτελεί ένα σημαντικό δείγμα ναοδομίας της Κωνσταντινούπολης, που υπολείπεται σε μέγεθος μόνο της Αγίας Σοφίας (εικ.1). Ο ναός υπέστη εκτεταμένες επισκευές κατά καιρούς και η δυσκολία στη χρονολόγησή του όσο και στην κατανόηση κάποιων χαρακτηριστικών του, καθώς και η αυστηρότητα στο εσωτερικό του με το χαρακτηριστικό μνημειακό εικονομαχικό σταυρό, εξηγούν ίσως το γιατί αγνοήθηκε σχετικά από τους ερευνητές και το κοινό, σε σχέση με τη διάσημη γειτονική του Αγία Σοφία.

Σύμφωνα με την παράδοση, στην ίδια τοποθεσία βρισκόταν μια προγενέστερη, πολύ μικρότερη εκκλησία, που τον 4ο αιώνα ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α΄ αποφάσισε να ξαναχτίσει, διευρύνοντάς την, και την αφιέρωσε στην αγία Ειρήνη.1 Πριν από τα εγκαίνια της Αγίας Σοφίας το 360, και κατά τη διάρκεια της ανέγερσης της Αγίας Σοφίας τον 5ο αιώνα, η Αγία Ειρήνη λειτουργούσε ως μητροπολιτικός ναός της Κωνσταντινούπολης.2 Οι βυζαντινές πηγές αναφέρουν ότι η Β΄ Οικουμενική Σύνοδος του 381 έλαβε χώρα στην Αγία Ειρήνη.3 Μέχρι τον 5ο αιώνα οι δύο ναοί, Αγία Ειρήνη και Αγία Σοφία, εντάσσονταν στο συγκρότημα του Πατριαρχείου.4 Στη Στάση του Νίκα το 532 η εκκλησία καταστράφηκε από πυρκαγιά και ξαναχτίστηκε από τον Ιουστινιανό Α΄ (527-565) ως σταυροειδής τρουλαία βασιλική. Μετά τις βλάβες που υπέστη από το σεισμό του 740, υπέστη εκτεταμένες επισκευές από τον Κωνσταντίνο Ε΄ (741-755).5 Σήμερα τα χαμηλότερα μέρη του ναού ανήκουν στο ιουστινιάνειο κτίσμα, ενώ η ανωδομή ανήκει στη μετά το σεισμό του 740 φάση. Η εκκλησία δε μετατράπηκε ποτέ σε τζαμί αλλά χρησιμοποιήθηκε ως οπλοστάσιο από τους Οθωμανούς. Στον εξωτερικό περίβολο του συγκροτήματος του Τοπκαπί σήμερα, στο νότιο άκρο της ευρωπαϊκής Κωνσταντινούπολης, η Αγία Ειρήνη λειτουργεί κυρίως ως αίθουσα συναυλιών, λόγω της εξαιρετικής ακουστικής και της ευρύτητας του χώρου.

Παρά το γεγονός ότι η Αγία Ειρήνη δεν κατάφερε να αποσπάσει την αναγνώριση που της άξιζε, παραμένει κατεξοχήν παράδειγμα της πρώιμης βυζαντινής αρχιτεκτονικής της Κωνσταντινούπολης και πρωτότυπο υπόδειγμα της σταυροειδούς τρουλαίας βασιλικής. Επιπλέον, ο αποσπασματικά σωζόμενος σταυρός στην αψίδα αποτελεί σημαντικό δείγμα εκονομαχικής τέχνης στην Κωνσταντινούπολη.

2. Αρχιτεκτονική

Η Αγία Ειρήνη, που χτίστηκε μετά τη Στάση του Νίκα το 532 κάτω από τις ίδιες ακριβώς συνθήκες με την Αγία Σοφία, αποτελεί εξαιρετικό δείγμα βυζαντινής τρουλαίας βασιλικής.6 Χωρίς να έχει ξεπεράσει ποτέ την Αγία Σοφία, η Αγία Ειρήνη παραμένει η δεύτερη σε μέγεθος κωνσταντινουπολίτικη εκκλησία, με την κάτοψη του σημερινού σωζόμενου κτίσματος να έχει διαστάσεις περ. 58Χ30 μ., χωρίς να υπολογίζουμε το αίθριο (εικ. 2). Η Αγία Ειρήνη είναι μια υποδειγματική τρουλαία βασιλική, τρίκλιτη, με υπερώα στις τρεις πλευρές που ανοίγονταν στον κεντρικό χώρο και προς το ιερό στα ανατολικά, ένας αρχιτεκτονικός τύπος που εμφανίστηκε στην Κωνσταντινούπολη ήδη στα τέλη του 5ου ή στις αρχές του 6ου αιώνα, κρίνοντας από τον Άγιο Πολύευκτο. Ο σημερινός τρούλος της Αγίας Ειρήνης έχει διάμετρο περ. 15 μ. και βρίσκεται στη θέση του αρχικού ιουστινιάνειου τρούλου (εικ. 3). Ο αντίστοιχος επί σφαιρικών τριγώνων τρούλος που υψωνόταν πάνω από το κεντρικό τμήμα του ιουστινιάνειου ναού είχε διαφορετικό σύστημα στήριξης κατά τον άξονα Α-Δ απ’ ό,τι κατά τον άξονα Β-Ν. Ανατολικά και δυτικά ο τρούλος στηριζόταν σε δύο διαφορετικού βάθους χαμηλές καμάρες, ενώ βόρεια και νότια έβαινε σε δύο πολύ αβαθή τόξα. Τα πλάγια κλίτη εκατέρωθεν του κεντρικού είχαν υπερώα που φωτίζονταν από τα σχετικά μεγάλα παράθυρα πάνω από αυτά.

Η προφανής έλλειψη αμφίπλευρης συμμετρίας στην Αγία Ειρήνη είναι ο κυριότερος λόγος της καταστροφής της από το σεισμό του 740.7 Ο τρούλος της εκκλησίας κατέρρευσε και το κτήριο έμεινε σε ερείπια. Ουσιαστικά ξαναχτίστηκε από τον Κωνσταντίνο Ε΄ μόλις γύρω στο 753.8 Δεδομένων των ιστορικών συνθηκών, αυτή η φάση της εκκλησίας μάς δίνει πρόσβαση στην αρχιτεκτονική της Κωνσταντινούπολης την περίοδο της Εικονομαχίας.9 Σε αυτή την επισκευή του 8ου αιώνα, και παρά τη σε μεγάλο βαθμό περιορισμένη οικονομική δυνατότητα, το κτήριο διατήρησε την αρχική του κλίμακα του 6ου αιώνα, καθώς και την κάτοψη βασιλικής, ενώ έλαβε μορφή σταυροειδούς με τρούλο και έναν ελλειπτικό θόλο πάνω από το δυτικό τμήμα του κυρίως ναού (εικ. 4). Οι κιονοστοιχίες εκατέρωθεν του κεντρικού κλίτους ανακαινίστηκαν με κίονες και απομιμήσεις ιωνικών κιονοκράνων της Ιουστινιάνειας περιόδου σε δεύτερη χρήση (εικ. 5). Στο επίπεδο των υπερώων ο ναός πήρε σταυροειδή μορφή, με κάθετες καμάρες βόρεια και νότια του τρούλου, πιθανότατα σε αναζήτηση κατάλληλης στατικής λύσης μάλλον παρά λόγω συμβολικού νοήματος της ίδιας της αρχιτεκτονικής μορφής.10 Άλλες κατασκευαστικές διορθώσεις περιλάμβαναν θόλους στο δυτικό τμήμα του κυρίως ναού, που συγκρατούνταν από κάθετες καμάρες στο ύψος των υπερώων. Παρόλο που συνολικά στερούνταν ακόμη αμφίπλευρης συμμετρίας, το σύστημα στέγασης με θόλους βελτίωσε τη στατικότητα του κτηρίου.

Στις επισκευές του 8ου αιώνα διατηρήθηκαν κάποια παλαιοχριστιανικά στοιχεία: το αίθριο κι ένα σύνθρονο με επτά βαθμίδες και κύκλιον (εικ. 6 και 7). Γνωρίζουμε επίσης ότι υπήρχε κάποιας μορφής φράγμα του πρεσβυτερίου, γιατί μαρμάρινα σπαράγματά του αναγνωρίστηκαν στο δάπεδο της βόρειας κιονοστοιχίας.11 Την περίοδο αυτή η καμάρα μπροστά από την κόγχη της αψίδας του ιερού είχε σχήμα οξυκόρυφο και κοσμούνταν δύο απλά, δισδιάστατα ψηφιδωτά που παρίσταναν σταυρούς πάνω σε βάθρα.

Οι Οθωμανοί επέφεραν κάποιες αλλοιώσεις αλλά γενικά οι αρχιτεκτονικές αλλαγές ήταν ήσσονος σημασίας.12 Το δάπεδο της εκκλησίας υπερυψώθηκε με ορισμένα σπαράγματα των μαρμάρινων λειτουργικών κατασκευών ενσωματωμένα σε αυτό (εικ. 8). Οι τοξοστοιχίες επίσης υπέστησαν μικρές αλλαγές, ενώ έγιναν κάποιες συμπληρώσεις και παρεμβάσεις, όπως χτίσιμο των αρχικών ανοιγμάτων και προσθήκη παράπλευρων διαμερισμάτων.

Εκτός από την ίδια την εκκλησία, κατάλοιπα μιας σειράς δευτερευόντων κτισμάτων σώζονται ακόμη στα βόρεια και στα νότια της εκκλησίας (εικ. 9).13 Σε μερικά από αυτά αποκαλύφθηκαν δάπεδα με μαρμαροθετήματα.14 Είναι δύσκολο να διευκρινιστεί η αρχική λειτουργία των δευτερευόντων αυτών κτισμάτων, μερικά από τα οποία υπέστησαν ζημιές ήδη στην πυρκαγιά του 564, αν και είναι πολύ πιθανό ότι κάποια από τα κατάλοιπα ανήκαν στο χαμένο σήμερα ξενώνα του Σαμψών, που συνέδεε, σύμφωνα με τις πηγές, την Αγία Ειρήνη με την Αγία Σοφία.15

3. Τέχνη

Από τον εσωτερικό διάκοσμο της Αγίας Ειρήνης έχουν σωθεί κυρίως ψηφιδωτά στην αψίδα και στο νάρθηκα, σπαράγματα τοιχογραφιών στο νότιο κλίτος και το διακονικό,16 ανάγλυφα κιονόκρανα, ενίοτε με μονογράμματα (εικ. 10) καθώς και σπαράγματα αναγλύφων ενσωματωμένα στο δάπεδο.17 Πιο διάσημο είναι οπωσδήποτε το αποσπασματικά σωζόμενο ψηφιδωτό με το μνημειακό σταυρό στην αψίδα του ιερού (εικ. 7), που έγινε από τον Κωνσταντίνο Ε΄ κατά τη διάρκεια της Εικονομαχίας. Ο σταυρός πάνω σε χρυσό βάθος, με πεπλατυσμένα άκρα με σταγονοειδείς απολήξεις και εδραζόμενος σε βάση με τρεις βαθμίδες, αποτελεί μοναδικό δείγμα εικονομαχικής τέχνης. Η απόφαση να διακοσμηθεί η αψίδα με ένα μεμονωμένο μνημειακό σταυρό, που θυμίζει έντονα εικόνες του Τίμιου Σταυρού, αποτελεί ένδειξη των αντιλήψεων του Κωνσταντίνου Ε΄ και άλλων εικονομάχων, για τους οποίους μόνο ο σταυρός και η Θεία Ευχαριστία ήταν αποδεκτές εικόνες του Χριστού.18 Επιπλέον, το συμβολικό νόημα του σταυρού ως σημείου νίκης, συνδεδεμένο με την αυτοκρατορική παράδοση ήδη από τον καιρό του Κωνσταντίνου Α΄, είχε γίνει, στο ιστορικό πλαίσιο της Εικονομαχίας, έμβλημα της χριστιανικής αντίθεσης απέναντι στο Ισλάμ.19

Το ψηφιδωτό του σταυρού είναι ιδιαίτερα υψηλής ποιότητας. Έχει γίνει με την τεχνοτροπία που για πρώτη φορά στην Κωνσταντινούπολη τη βλέπουμε στην Αγία Ειρήνη και αργότερα γνώρισε μεγάλη διάδοση στην τέχνη της πρωτεύουσας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το περίφημο ψηφιδωτό της Θεοτόκου Βρεφοκρατούσας στην Αγία Σοφία (867).20 Ο σταυρός στην Αγία Ειρήνη έχει περίγραμμα από μαύρες ψηφίδες ενώ το φόντο είναι χρυσό. Ωστόσο, στο φόντο από χρυσές ψηφίδες –που γίνονταν από γυάλινες ψηφίδες στις οποίες παρεμβαλλόταν φύλλο χρυσού– παρεμβάλλονται αυθαίρετα κατά σημεία ασημένιες ψηφίδες –που γίνονταν με την ίδια τεχνική.21 Η καινοτομία αυτή σε καμία περίπτωση δεν αποσκοπούσε στη μείωση του κόστους του χρυσού ψηφιδωτού. Αντίθετα, οι ψηφίδες είναι ασυνήθιστα μικρές και τοποθετημένες πολύ πυκνά, χρησιμοποιήθηκε επομένως περισσότερος χρυσός απ’ όσο πραγματικά χρειαζόταν. Η χρήση ασημένιων ψηφίδων δείχνει μάλλον την πρόθεση να απαλύνει και να φωτιστεί το χρυσό βάθος, αλλά και να επιτευχθεί η καλύτερη έκφραση του θείου φωτός.22 Η υψηλή ποιότητα της εκτέλεσης του σταυρού διαπιστώνεται επίσης στα οπτικά τεχνάσματα και την προσεκτική ζύγιση των κεραιών του σταυρού, οι οποίες καμπυλώνουν προς τα κάτω ακολουθώντας το σχήμα της αψίδας, ενώ ο θεατής από το έδαφος τις αντιλαμβάνεται ως οριζόντιες.23

Δύο μακριές επιγραφές σε ψηφιδωτό ορίζουν το πλαίσιο του θριαμβικού τόξου και είχαν επισκευαστεί από τους Βυζαντινούς κάποια στιγμή πριν από την οθωμανική κατάκτηση του 1453.24 Οι επιγραφές αποτελούν στίχους από την Παλαιά Διαθήκη, από το βιβλίο του Αμώς και τους Ψαλμούς του Σολομώντα, και είναι αλληγορίες για τον Οίκο του Κυρίου.25

4. Η Αγία Ειρήνη πρότυπο για άλλους ναούς

Στην Κωνσταντινούπολη υπήρχαν κι άλλες εκκλησίες με το όνομα της αγίας Ειρήνης. Οι πηγές αναφέρουν την Αγία Ειρήνη του Εβδόμου, την Αγία Ειρήνη στις Συκές (στο Γαλατά) και την Αγία Ειρήνη προς θάλασσαν.26 Η τελευταία γνωστή επίσης ως «Νέα», χτίστηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Μαρκιανού και επισκευάστηκε σε κάποιο βαθμό επί Μανουήλ Α΄ Κομνηνού (1143-1180), μετά την καταστροφή της από πυρκαγιά.27

Η Αγία Ειρήνη υπήρξε πρότυπο για άλλες εκκλησίες εκτός βυζαντινής επικράτειας, κυρίως του Κιέβου.28 Όταν ο Γιάροσλαβ ο Σοφός (1019-54), γιος του πρίγκιπα Βλαδίμηρου (980-1015) διεύρυνε και οχύρωσε το Κίεβο απομιμούμενος την Κωνσταντινούπολη, εκτός από τον καθεδρικό της Αγίας Σοφίας έχτισε επίσης την εκκλησία της Αγίας Ειρήνης (περ. 1050).

Το εικονογραφικό πρόγραμμα της Αγίας Ειρήνης επίσης έδωσε το έναυσμα για αντίστοιχες διακοσμήσεις άλλων σύγχρονων εκκλησιών. Ο μνημειακός σταυρός και η επιγραφή από τον Ψαλμό 64:4-5 στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας της Αγίας Ειρήνης αντιγράφτηκε εν μέρει στα λίγο μεταγενέστερα ψηφιδωτά της Αγίας Σοφίας στη Θεσσαλονίκη. Οι ίδιοι στίχοι από τον Ψαλμό 64 αποτέλεσαν μέρος του αναγνώσματος για τα εγκαίνια της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, σύμφωνα με το πρώιμο τυπικό της του 10ου αιώνα.29

5. Η Αγία Ειρήνη μετά την Άλωση

Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς, σε αντίθεση με τις περισσότερες άλλες εκκλησίες της πόλης, η Αγία Ειρήνη δε μετατράπηκε σε τζαμί, αλλά περιλήφθηκε στον περίβολο του ανακτόρου. Χρησιμοποιήθηκε ως οπλοστάσιο των Γενιτσάρων, αποθήκη για λάφυρα πολέμου με διάφορα λάβαρα και βυζαντινά κατάλοιπα ως εμβλήματα νικών, και αργότερα έγινε πολεμικό μουσείο.30 Το 1846 έγινε το πρώτο τουρκικό μουσείο. Σήμερα το κτήριο λειτουργεί ως μουσείο και χώρος συναυλιών, λόγω της εξαιρετικής του ακουστικής και του χώρου.

Μια σαρκοφάγος από πορφυρίτη, που παραδοσιακά συνδέεται με το Μέγα Κωνσταντίνο, βρίσκεται στο αίθριο της Αγίας Ειρήνης, ενώ σε παλαιότερες φωτογραφίες από το χώρο μερικές φορές φαίνεται τμήμα της περίφημης αλυσίδας που είχε κλείσει τον Κεράτιο για να προστατευτεί η Κωνσταντινούπολη στην πολιορκία του 1453.31 Το αίθριο της εκκλησίας φιλοξενούσε άλλοτε το βάθρο της στήλης όπου στεκόταν το ασημένιο άγαλμα της αυτοκράτειρας Ευδοξίας και την πρισματική βάση του περίφημου μνημείου του Πορφύριου, που βρισκόταν αρχικά στον Ιππόδρομο.32 Μεταξύ άλλων, σημαντικών για την ελληνική κληρονομιά αντικειμένων, αξίζει να αναφερθεί η μεταβυζαντινή μπρούντζινη που εκτίθεται στο νότιο κλίτος του ναού.

6. Ιστοριογραφικές πηγές για το μνημείο

Η έρευνα κατά τον 20ό αιώνα έχει λύσει κάποια προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι ερευνητές μελετώντας την Αγία Ειρήνη. Πολυάριθμες βυζαντινές πηγές, κοσμικές όσο και θρησκευτικές, αναφέρονται στην Αγία Ειρήνη κοντά στην Αγία Σοφία, και ωστόσο οι πληροφορίες για την εκκλησία είναι ορισμένες φορές αντικρουόμενες ή ανεπιβεβαίωτες.33 Για παράδειγμα ο Θεοφάνης, ο Κωδινός, ο Ψευδο-Κωδινός, ο Ζωναράς και άλλοι Βυζαντινοί χρονικογράφοι και ιστορικοί αποδίδουν συχνά την ίδρυση της Αγίας Ειρήνης στον Κωνσταντίνο Α΄,34 ενώ ο ιστορικός Σωκράτης αναφέρει ότι ο Κωνσταντίνος διεύρυνε μια προγενέστερη, μικρότερη εκκλησία της Αγίας Ειρήνης εκεί όπου βρισκόταν προηγουμένως ένας παγανιστικός ναός.35 Είναι ωστόσο γνωστό ότι ο σημερινός ναός της Αγίας Ειρήνης δεν περιλαμβάνει κανένα στοιχείο προγενέστερο της Ιουστινιάνειας περιόδου.36

Οι μονογραφίες των W.S. George (1913) και U. Peschlow (1977) παραμένουν οι πλέον περιεκτικές μελέτες σχετικά με το κτήριο.37 Ο George διεξήγαγε την πρώτη έρευνα σε βάθος για την αρχιτεκτονική και την τέχνη της Αγίας Ειρήνης, τονίζοντας τα μοναδικά της χαρακτηριστικά, ενώ ο Peschlow απέδειξε ότι η βασιλική με τρούλο που στηριζόταν σε καμάρες είχε ήδη κατασκευαστεί τουλάχιστον γύρω στα μέσα του 6ου αιώνα. Αντίθετα με τις συχνές βυζαντινές παρεμβάσεις, ο Τούρκοι επέφεραν μόνο μικρές αλλαγές στο κτήριο, ώστε τα κύρια χαρακτηριστικά του κτηρίου είναι αυτά του βυζαντινού πρωτοτύπου.38 Εξαιτίας του περιορισμένου αριθμού σωζόμενων τρουλαίων βασιλικών, η Αγία Ειρήνη παραμένει ένα μοναδικό παράδειγμα που προσφέρεται για τη μερική τουλάχιστον κατανόηση αυτού του τύπου της βυζαντινής αρχιτεκτονικής.

1. Van Millingen, Α., Byzantine Churches in Constantinople: Their History and Architecture (London 1912), σελ. 84, όπου παραπέμπει και στο Σωκράτη, Εκκλησιαστική Ιστορία, Patrologia Graeca 67, II.16.

2. Σωκράτης, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 67, II.16.

3. Για την αναφορά στο Βίο του αγίου Στεφάνου του Νέου (9ος αιώνας), βλ. Auzépy, M.-F., La Vie d' Étienne le Jeune par Étienne le Diacre (Birmingham Byzantine and Ottoman monographs 3, Aldershot 1997), σελ. 44.

4. Σωκράτης, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 67, II.16.

5. Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen 1977), σελ. 206-14.

6. Ćurčić, S., “Design and Structural Innovation in Byzantine Architecture before Hagia Sophia”, στο Mark, R. –  Çakmak, A.(eds), Hagia Sophia from the Age of Justinian to the Present (Cambridge 1992), σελ. 16-38.

7. Για τις φυσικές καταστροφές και κυρίως για το σεισμό στις 26 Οκτωβρίου του 740, βλ. Θεοφάνης, Χρονογραφία 1,  de Boor, C. (επιμ.) (Leipzig 1883, ανατ. Hildesheim 1963), σελ. 412· Downey, G., “Earthquakes at Constantinople and Vicinity, A.D. 342-1454”, Speculum 30.4 (Οκτ. 1955), σελ. 596-600.

8. Ćurčić, S., “Design and Structural Innovation in Byzantine Architecture before Hagia Sophia”, στο Mark, R. – Çakmak, A. (eds), Hagia Sophia from the Age of Justinian to the Present (Cambridge 1992), σελ. 16-38.

9. Cormack, R., “The Arts During The Age of Iconoclasm,” στο  Bryer, A. – Herrin, J. (eds), Iconoclasm (Birmingham 1975), σελ. 35-44· Ousterhout, R., “The Architecture of Iconoclasm: The buildings”, στο Haldon, J. – Brubaker, L. (eds), Byzantium in the Iconoclast Era (ca. 680-850): the Sources. An annotated survey (Aldershot 2001), σελ. 8.

10. Ćurčić, S., “Design and Structural Innovation in Byzantine Architecture before Hagia Sophia”, στο  Mark, R. – Çakmak, A.(eds), Hagia Sophia from the Age of Justinian to the Present (Cambridge 1992), σελ. 16-38. Σύμφωνα με το Ruggieri, V.S.J., Byzantine Religious Architecture (582-867): Its History and Structural Elements (Orientalia Christiana Analecta 237, Roma 1991), σελ. 142-153, οι νέοι αρχιτεκτονικοί τύποι στην Κωνσταντινούπολη αναπτύχθηκαν ως αντίδραση στο σεισμό του 740.

11. Ulbert, T., “Untersuchungen zu den byzantinischen Reliefplatten des 6. bis 8. Jahrhunderts”, Istanbuler Mitteilungen 19/20 (1969/70), σελ. 349-50, πίν. 72.

12. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 71· Van Millingen, Α., Byzantine Churches in Constantinople: Their History and Architecture (London 1912), σελ. 93· Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen1977), σελ. 140-205.

13. Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen 1977), σελ. 140-205.

14. Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen 1977), σελ. 148.

15. Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen 1977), σελ. 140-205· Bardill, J., “The Palace of Lausus and Nearby Monuments in Constantinople: A Topographical Study”, American Journal of Archaeology 101.1 (Ιαν. 1997), σελ. 67-95.

16. Cormack, R., “The Arts During The Age of Iconoclasm”, στο  Bryer, A. – Herrin, J. (eds), Iconoclasm (Birmingham 1975), σελ. 36-37.

17. Ulbert, T., “Untersuchungen zu den byzantinischen Reliefplatten des 6. bis 8. Jahrhunderts”, Istanbuler Mitteilungen 19/20 (1969/70), σελ. 349-50· George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 47-56.

18. Gero, S., “The Eucharistic doctrine of the Byzantine iconoclasts and its sources”, Byzantinische Zeitschrift 68 (1975), σελ. 4-22· Parry, K., Depicting the Word. Byzantine Iconophile Thought of the Eighth and Ninth Centuries (Leiden – New York – Köln 1996), σελ. 178-90.

19. Gero, S., Byzantine iconoclasm during the reign of Constantine V, with particular attention to the oriental sources (Louvain 1977), σελ. 162-4· Brubaker, L., Vision and Meaning in Ninth-Century Byzantium: Image as Exegesis in The Homilies of Gregory of Nazianzus (Cambridge – New York 1999), σελ. 153-5. Για το ρόλο της εικόνας του σταυρού στην πολεμική εναντίον των μουσουλμάνων, βλ. Corrigan, Κ, Visual Polemics in the ninth-century Byzantine Psalters (Cambridge 1992), σελ. 91-4.

20. Για μια πιο πρόσφατη συνοπτική μελέτη του ψηφιδωτού, βλ. Ousterhout, R., “The Architecture of Iconoclasm: The buildings” στο Haldon, J. – Brubaker, L. (eds), Byzantium in the Iconoclast Era (Aldershot 2001), σελ. 8.

21. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 47-56, πίν. 17-18, 22.

22. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 47.

23. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 47-56· Underwood, P.A., “The Evidence of Restorations in the sanctuary mosaics of the Church of the Dormition at Nicaeα”, Dumbarton Oaks Papers 13 (1959), σελ. 239.

24. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 48-50.

25. Η πρώτη επιγραφή προέρχεται από τον προφήτη Αμώς 9:6. Η δεύτερη, η οποία περιέχει και κάποια λάθη από την επισκευή της, προερχόταν από τη μετάφραση των Εβδομήκοντα του Ψαλμού 64:4-5. Για λεπτομέρειες βλ. «Παραθέματα».

26. Van Millingen, Α., Byzantine Churches in Constantinople: Their History and Architecture (London 1912), σελ. 85· Janin, R., La Géographie ecclésiastique de l'Empire byzantin, I: Le siège de Constantinople et le Patriarcat Œcuménique, iii: Les églises et les monastères2 (Paris 1969), σελ. 102-3, 106-9, με περαιτέρω αναφορές στις βυζαντινές πηγές.

27. Χωνιάτης, Χρονική Διήγησις, Van Dieten, J. (επιμ.), Nicetae Choniatae Historia (CFHB 11.1, Berlin 1975), σελ. 206· 23 Νοεμ., 1η Δεκ., 20 Ιουν., 9 και 21 Ιαν., στο Delehaye, H., (επιμ.) Synaxarion ecclesiae Constantinopolitanae. Propylaeum ad Acta sanctorum Novembris (Brussels 1902), σελ. 185-268 (Nοέμβριος)· 269-362 (Δεκέμβριος)· 363-436 (Ιανουάριος)· 721-790 (Ιούνιος). Στο τυπικό της Αγίας Σοφίας του 10ου αιώνα, η διάκριση μεταξύ παλαιάς και νέας Αγίας Ειρήνης γίνεται συχνά εμφατικά, βλ. Mateos, J., Typicon de la Grande Église II (Orientalia Christiana Analecta 166, Rome 1963), σελ. 208, 274.

28. Βλ. ενδεικτικά Conant, K. J., “Novgorod, Constantinople, and Kiev in Old Russian Church Architecture”, Slavonic and East European Review. American Series 3.2 (Αυγ. 1944), σελ. 75-92.

29. Ousterhout, R., “The Architecture of Iconoclasm: The buildings”, στο Haldon, J. – Brubaker, L. (eds), Byzantium in the Iconoclast Era (Aldershot 2001), σελ. 20, 24, όπου αναφέρεται στην Αγία Σοφία στη Θεσσαλονίκη και στο τυπικόν της Αγίας Σοφίας: Mateos, J., Typicon de la Grande Église II (Orientalia Christiana Analecta 166, Rome 1963), σελ. 186-7.

30. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 7.

31. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), εικ.1.

32. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 7. Σχετικά με τη μαρμάρινη βάση του αγάλματος του διάσημου αρματοδρόμου Πορφύριου και τη σημασία του για την κατανόηση του ρόλου του στη βυζαντινή Κωνσταντινούπολη, βλ. Woodward, A.M. – Wace, A.J.B., “The Monument of Porphyrios”, στο George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 79-84, πίν. 26-29, με παραπομπές στις πρωτογενείς πηγές. Βλ. επίσης Bardill, J., “The Palace of Lausus and Nearby Monuments in Constantinople: A Topographical Study”, American Journal of Archaeology 101.1 (Jan. 1997), σελ. 67-95.

33. Ο Van Millingen, A., Byzantine Churches in Constantinople: Their History and Architecture (London 1912), σελ. 84-91 έχει συνοψίσει το πρόβλημα· επίσης Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen 1977), σελ. 19-23.

34. Θεοφάνης, Χρονογραφία 1, de Boor, C. (επιμ.) (Leipzig 1883, ανατ. Hildesheim 1963), σελ. 23· Ψευδο-Κωδινός, Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, Preger, Τ. (επιμ.), Scriptores originum Constantinopolitanarum II (Leipzig 1907, ανατ. 1975), σελ. 139-40· Ζωναράς, Επιτομή Ιστοριών, Büttner-Wobst, Τ., Ioannis Zonarae epitomae historiarum libri xviii 3 (Bonn 1897), σελ. 154.

35. Van Millingen, Α., Byzantine Churches in Constantinople: Their History and Architecture (London 1912), σελ. 84, όπου παραπέμπει στο Σωκράτη, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 67, II.6 and II.16. Συχνά τέτοιες αναφορές αντιγράφονταν, παράδειγμα ο Θεόδωρος Αναγνώστης που αποκαλύπτει στα γραπτά του ότι ακολουθούσε το κείμενο του Σωκράτη: Θεόδωρος Αναγνώστης, Epitome historiae tripartitae, Hansen, G.C. (επιμ.), Theodoros Anagnostes. Kirchengeschichte2 (Die griechischen christlichen Schriftsteller der ersten Jahrhunderte. Neue Folge 3, Berlin 1995), κεφ. 27, 65.

36. Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen 1977), σελ. 206-14. Διάφορες βυζαντινές πηγές μας πληροφορούν για τις εργασίες του Ιουστινιανού στην εκκλησία: Μαλάλας, Χρονογραφία, ed. L. Dindorf, Ioannis Malalae chronographia (Bonn 1831), σελ. 486· Delehaye, H., (ed.), Synaxarion ecclesiae Constantinopolitanae. Propylaeum ad Acta sanctorum Novembris (Brussels 1902), σελ. 878 (8 Αυγ.).

37. Άλλα έργα για τη βυζαντινή αρχιτεκτονική καταπιάνονται επίσης με την Αγία Ειρήνη. Βλ. ενδεικτικά Van Millingen, Α., Byzantine Churches in Constantinople: Their History and Architecture (London 1912), σελ. 84-105· Müller-Wiener, W., Bildlexikon zur Topographie Istanbuls (Tübingen 1977), σελ. 112-17.

38. Πάντως οι λειτουργικές κατασκευές της εκκλησίας έχουν χαθεί. Ο Πατριάρχης Φώτιος π.χ. αναφέρει τον άμβωνα της Αγίας Ειρήνης, που δε σώζεται, βλ. Φώτιος, Ομιλία ΣΤ΄ («Φωτίου τοῦ ἁγιωτάτου ἀ ρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως ὁ μιλία τρίτη, λεχθεῖσα ἐν τῷ ἄμβωνι τῆς ἁγίας Εἰρήνης τῇ ἁγίᾳ Παρασκευῇ μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν τῆς κατὰ συνήθειαν κατηχήσεως»), Λαούρδας, Β., (επιμ.), Ἑλληνικὰ 12, Παράρτημα (Θεσσαλονίκη 1857-1866), σελ. 62.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>