Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Θεοτόκος Πανάχραντος ή Μονή Λιβός (Φεναρί Ισά Τζαμί)

Συγγραφή : Stankovic Nebojsa (22/3/2008)
Μετάφραση : Πέτρακα Ελένη

Για παραπομπή: Stankovic Nebojsa, «Θεοτόκος Πανάχραντος ή Μονή Λιβός (Φεναρί Ισά Τζαμί)»,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=11774>

Theotokos Panachrantos or Lips monastery (Fenari Isa Camii) (28/6/2007 v.1) Θεοτόκος Πανάχραντος ή Μονή Λιβός (Φεναρί Ισά Τζαμί) (28/6/2007 v.1) 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

 

αρκοσόλιο, το (ή ταφικό διαμέρισμα)
(λατ. arcosolium). Είδος τάφου διαμορφωμένου σε αβαθή τοξωτή κόγχη. Το κάτω τμήμα του είναι κτιστό ή λαξευμένο στο βάθος του τοίχου (solium), ενώ το πάνω είναι ένα αβαθές τόξο (arcus).

αψίδα, η
Γενικά, καμπύλη ή τοξοειδής απόληξη ή διαμόρφωση τοίχου· επίσης τοξοειδής κατασκευή, μνημειακού ή μη χαρακτήρα. Στη βυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική, αψίδα ονομάζεται η κόγχη του Ιερού Βήματος, η κάτοψη της οποίας μπορεί να είναι ημικυκλική, πεταλόμορφη, ορθογώνια ή και πολυγωνική εξωτερικά. Η αψίδα συνήθως προεξέχει στο ανατολικό άκρο του ναού. Στο εσωτερικό χωρίζεται από τον κυρίως ναό με το τέμπλο. Αψίδες που εξέχουν ανατολικά του ναού μπορούσαν να έχουν και τα διαμερίσματα εκατέρωθεν του Ιερού (παραβήματα), συνήθως μικρότερες από την κεντρική αψίδα.

διακονικό, το
Βοηθητικό δωμάτιο του ναού, ενίοτε αναφέρεται και ως σκευοφυλάκιο, ιδίως σε πρωιμότερες περιόδους, κατά τις οποίες μπορούσε να είναι και ξεχωριστό κτήριο. Χρησιμοποιείται για τη φύλαξη των ιερών σκευών, των προσφορών των πιστών, αλλά και ως αρχείο, βεστιάριο ή βιβλιοθήκη. Στη βυζαντινή ναοδομία καταλαμβάνει τη θέση συμμετρικά της πρόθεσης, στα νότια του βήματος του ναού, σχηματίζοντας το τριμερές ιερό. Συνήθως έχει αψίδα που προβάλλει στα ανατολικά.

εξωνάρθηκας, ο
Στενόμακρος χώρος κλειστός ή ημιυπαίθριος (στοά) που βρίσκεται δυτικά του νάρθηκα. Πρόκειται δηλαδή για ένα δεύτερο προθάλαμο του ναού που βρίσκεται μπροστά από την πρόσοψη της εκκλησίας.

Ιερό Βήμα, το
Ο χώρος στο ανατολικό άκρο του ναού που περικλείεται από την αψίδα και χωρίζεται από τον κυρίως ναό με το φράγμα του πρεσβυτερίου ή το τέμπλο. Στο Ιερό Βήμα τελείται η Θεία Ευχαριστία.

καμάρα, η
Θολωτή κατασκευή ημικυκλικής διατομής. Χρησιμοποιείται συχνά ως είδος απλής στέγης με ημικυλινδρικό θόλο.

κοσμήτης, ο
(συχνά και γείσο) Αρχιτεκτονικό διακοσμητικό στοιχείο που προεξέχει από τον τοίχο. Χρησιμοποιείται σε εσωτερικούς και εξωτερικούς τοίχους εκκλησιών για να τονίσει το σημείο μετάβασης από τους κάθετους τοίχους στις θολωτές κατασκευές. Συχνά είναι μαρμάρινος και φέρει γραπτό ή γλυπτό διάκοσμο, με φυτικά ή γεωμετρικά θέματα.

μαρμαροθέτημα, το (opus sectile)
Τεχνική εντοίχιας ή επιδαπέδιας διακόσμησης. Προκύπτει από έγκοπτη εργασία ή συναρμογή μαρμάρινων ή λίθινων πλακών μικρού πάχους, έτσι ώστε να αποδίδεται κάποιο διακοσμητικό μοτίβο. Όταν χρησιμοποιείται γυαλί, ονομάζεται υαλοθέτημα.

μασγίδιον
(αραβ. masgid) τζαμί χωρίς άμβωνα.

μαυσωλείο, το
Τύπος ταφικού μνημείου μεγάλων διαστάσεων, που πήρε την ονομασία του από τον τάφο του σατράπη της Καρίας Μαυσώλου.

μεγάλος βεζίρης, ο
Ανώτατος αξιωματούχος στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, δεύτερος στην ιεραρχία μετά το σουλτάνο. Πριν από το 19ο αιώνα ήταν αρχηγός του στρατού, του οποίου και ετίθετο επικεφαλής κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις όταν δε συμμετείχε σε αυτές ο ίδιος ο σουλτάνος. Είχε επιπλέον διοικητικές, νομικές και δικαστικές αρμοδιότητες. Κατά τις μεταρρυθμίσεις του 19ου αιώνα, ο ρόλος του αναβαθμίστηκε ακόμα περισσότερο, καθώς έγινε στην πράξη ο επικεφαλής της οθωμανικής κυβέρνησης, πολύ κοντά στο αξίωμα του πρωθυπουργού των κρατών της δυτικής Ευρώπης.

νάρθηκας, ο
Στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική νάρθηκας ονομάζεται ο εγκάρσιος προθάλαμος στη δυτική πλευρά ενός ναού. Σε αυτόν παρέμεναν οι κατηχούμενοι και εκεί εκτελούνταν ορισμένες πράξεις της λειτουργίας. Ο προθάλαμος τοποθετείται μπροστά από το μεσαίο και τα πλάγια κλίτη ως εσωνάρθηκας ή μπροστά από την πρόσοψη της εκκλησίας ως εξωνάρθηκας. O εξωνάρθηκας μπορεί να έχει τη μορφή ανοιχτής κιονοστήρικτης στοάς.

ορθομαρμάρωση, η
Η επένδυση των τοίχων ενός ναού με μαρμάρινες πλάκες. Η επένδυση ξεκινούσε από το δάπεδο και έφτανε έως το ύψος της γένεσης των τόξων.

παρεκκλήσιο, το (λατ. martirium)
Πρόκειται για μικρών διαστάσεων ναό ο οποίος είτε είναι αυτόνομος είτε ανήκει σε κάποιο ίδρυμα ή εξαρτάται από μεγαλύτερο ναό. Στο Βυζάντιο τα παρεκκλήσια είχαν συχνά ταφική χρήση.

πατρίκιος, ο / πατρικία, η
Από το λατινικό patricius. Εισήχθη από τον Κωνσταντίνο Α΄ ως ισόβιος τιμητικός τίτλος ανδρών και γυναικών χωρίς διοικητικές αρμοδιότητες. Ειδικά για τις γυναίκες στο περιβάλλον της αυτοκράτειρας ο τίτλος της πατρικίας ζωστής ήταν ο υψηλότερος που μπορούσε να τους απονεμηθεί. Από τον 8ο έως το 10ο αιώνα ο τίτλος του πατρικίου αποδιδόταν σε υψηλούς αξιωματούχους της διοικητικής και στρατιωτικής ιεραρχίας, αλλά και σε ξένους συμμάχους και ηγεμόνες. Έπαψε να χρησιμοποιείται μετά το τέλος του 12ου αιώνα.

περίστωο, το ( βυζ. αρχιτ.)
Ο ενιαίος χώρος που περιβάλλει περιμετρικά τον κυρίως ναό ή τον περίκεντρο πυρήνα ενός κτίσματος. Στις τρουλαίες βασιλικές, στις οποίες ο κεντρικός τρούλος στηρίζεται σε τέσσερις κτιστούς πεσσούς και ανάμεσα σε κάθε ζεύγος πεσσών παρεμβάλλονται από δύο κίονες, το περίστωο σχηματίζεται από τα πλάγια κλίτη και το δυτικό τμήμα του ναού. Αργότερα περίστωα περιέκλειαν και σταυροειδείς εγγεγραμμένους πυρήνες. Στην Παλαιολόγεια περίοδο πολλοί μεσοβυζαντινοί ναοί της Κωνσταντινούπολης αποκτούν περίστωα, τα οποία συχνά φιλοξενούν ταφικά παρεκκλήσια.

πρόθεση, η (αρχιτ.)
Στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική είναι ο χώρος στα βόρεια του Ιερού Βήματος των ναών, συνήθως με αψίδα που προβάλλει στα ανατολικά, όπου αποθέτουν τα Τίμια Δώρα πριν από την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας. Στο χώρο της πρόθεσης τελείται η ακολουθία της προσκομιδής.

προστώο, το
Υπόστεγος χώρος μπροστά από την είσοδο οικοδομήματος ή στοά.

ρόδακας, ο
Διακοσμητικό στοιχείο κυκλικού σχήματος με μορφή τυποποιημένου άνθους τριαντάφυλλου, με έναν ή δύο ομόκεντρους κύκλους πετάλων.

σύνθετος σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός, ο
Σε αυτόν τον αρχιτεκτονικό τύπο παρεμβάλλεται επιμήκης χώρος μεταξύ του σταυρικού τετραγώνου (κυρίως ναός) και του ιερού. Με τον τρόπο αυτό το ιερό είναι τελείως ανεξάρτητο από τον κυρίως ναό.

τεκές, ο
Xώρος που χρησιμοποιείται για τις συναντήσεις των μελών θρησκευτικών αδελφοτήτων (δερβίσηδες).

τύμπανο, το
1. Η τριγωνική επιφάνεια που «κλείνει» το βάθος του αετώματος και συνήθως φέρει ανάγλυφη ή ολόγλυφη διακόσμηση (Αρχαιότητα). 2. Τύμπανο τόξου (Ρωμαϊκή-Βυζαντινή περίοδος): Επίπεδη επιφάνεια που βρίσκεται μέσα σε τόξο ή αρκοσόλιο, π.χ. πάνω από τη Βασίλειο Πύλη ανάμεσα στο νάρθηκα και τον κυρίως ναό. 3. Τύμπανο τρούλου (Βυζάντιο): Στη βυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική αποτελεί ένα κυκλικό ή πολυγωνικό τμήμα πάνω στο οποίο στηρίζεται ο ημισφαιρικός θόλος.

τυπικόν, το
Σύνολο κανονισμών που αφορούσαν τη διοικητική οργάνωση, το λειτουργικό τυπικό και τη συμπεριφορά σε ένα κοινοβιακό μοναστήρι. Τα μοναστικά τυπικά μπορούσαν ακόμα να περιλαμβάνουν τη βιογραφία του ιδρυτή και έναν κατάλογο της κινητής ή ακίνητης περιουσίας της μονής. Αποτελούν σημαντική πηγή για τη μελέτη της μοναστικής ζωής, ενώ φωτίζουν πολλές πτυχές της βυζαντινής κοινωνίας. Στα λειτουργικά τυπικά συγκαταλέγονται οι οδηγίες για τις καθημερινές ακολουθίες και τα διάφορα λειτουργικά βιβλία με στοιχεία για το χρόνο και τον τρόπο διάφορων εορτασμών.

υπερώο, το
Το υπερώο (ή γυναικωνίτης) είναι το ανώτερο διαμέρισμα του ναού πάνω από τα πλάγια κλίτη και το νάρθηκα, από όπου παρακολουθούσαν τη λειτουργία τα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας τη Βυζαντινή περίοδο –οπότε το «αυτοκρατορικό θεωρείο» είχε ειδική είσοδο– και τη Νεότερη περίοδο οι γυναίκες.

 
 
 
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>